Greek Unions

Θεωρία και Πράξη του Εργατικού Συνδικαλισμού

Ολοήμερη κινητοποίηση των συνδικάτων

leave a comment »

Ολοήμερη κινητοποίηση των συνδικάτων
Μιχαήλ Άγγελος Κωνσταντόπουλος

https://www.efsyn.gr/politiki/298400_oloimeri-kinitopoiisi-ton-syndikaton

Απεργία από ΠΑΜΕ, ΑΔΕΔΥ και Εργατικό Κέντρο Αθήνας, στάση εργασίας από τη ΓΣΕΕ αύριο, κατά της ψήφισης του νομοσχεδίου ● Συγκεντρώσεις πρωί και απόγευμα, σε Σύνταγμα και Κλαυθμώνος.
Ακολουθήστε μας στο Google news
Ξανά στους δρόμους θα βρεθούν, αύριο, συνδικάτα και εργαζόμενοι, ενάντια στο αντεργατικό νομοσχέδιο Χατζηδάκη που ψηφίζεται μόνο από τη Ν.Δ. με διαδικασίες fast track. Το ΠΑΜΕ καλεί σε 2 συγκεντρώσεις το πρωί και το απόγευμα, στο Σύνταγμα, ενώ η ΑΔΕΔΥ μετέτρεψε τη στάση εργασίας που είχε προκηρύξει αρχικά σε 24ωρη απεργία, καλώντας στις 11 π.μ., στην πλατεία Κλαυθμώνος. Και το Εργατικό Κέντρο Αθήνας, σε έκτακτη συνεδρίασή του, αποφάσισε την μετατροπή της στάσης εργασίας σε 24ωρη απεργία.

Απεργία έχουν κηρύξει και τα 13 ναυτεργατικά σωματεία, εναντίον της οποίας έχουν προσφύγει δικαστικά οι ακτοπλόοι (βλέπε σελ. 16). Η ΓΣΕΕ έχει κηρύξει στάση εργασίας από τη μία το μεσημέρι και δίνει ραντεβού στο Σύνταγμα, στις 4 το απόγευμα. Στο πλευρό τους αναμένεται να βρεθούν, για άλλη μια φορά, υγειονομικοί και εκπαιδευτικοί, ενώ τα δικά τους καλέσματα απευθύνουν πρωτοβάθμια σωματεία, κόμματα της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και συλλογικότητες του αντιεξουσιαστικού χώρου.

Η συμμετοχή στην απεργία της περασμένης Πέμπτης στην Αθήνα και άλλες πόλεις κρίνεται από τη ΓΣΕΕ και αρκετούς ακόμα συνδικαλιστικούς φορείς ως μαζική και ιδιαίτερα ικανοποιητική. Ηδη από εκείνη τη στιγμή συνδικαλιστές και εργαζόμενοι είχαν μιλήσει στην «Εφ.Συν.» για την ανάγκη κλιμάκωσης των κινητοποιήσεων, παρά τη δύσκολη περίοδο για τους εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα, καθώς πολλοί επέστρεψαν πρόσφατα στις θέσεις τους από τις αναστολές λόγω κορονοϊού, όμως το διακύβευμα κρίνεται ιδιαίτερα υψηλό.

Οι δε συμπράξεις των προοδευτικών δυνάμεων σε πολιτικό επίπεδο, η παρουσία 4 πολιτικών αρχηγών στις κινητοποιήσεις και η κοινή παρουσία των συνδικάτων στον δρόμο δείχνουν να προκαλούν πονοκέφαλο στο κυβερνητικό επιτελείο, που προσπαθεί να κλείσει γρήγορα το νέο μέτωπο. «Ο κόσμος της εργασίας έχει μαζικά εκφράσει, και το ίδιο θα συνεχίσει να κάνει, την αντίθεσή του σε βασικές διατάξεις του νομοσχεδίου. Διατάξεις που, εάν τελικώς εφαρμοστούν, από την πρώτη στιγμή θα πλήξουν τους πλέον αδύναμους εργαζόμενους», αναφέρει η εκτελεστική επιτροπή της ΓΣΕΕ.

Εκτός από το ΕΚΑ, στο Σύνταγμα θα βρεθούν ξανά εργατικά κέντρα από περισσότερο απομακρυσμένες περιοχές της Αττικής, όπως αυτό της Ελευσίνας. Σύμφωνα με την ΑΔΕΔΥ, η απόφαση για την 24ωρη απεργία έλαβε υπόψη τις προτάσεις – αποφάσεις των Ομοσπονδιών και των Νομαρχιακών Τμημάτων. «Αυτό το νομοσχέδιο δεν πρέπει να ψηφιστεί, πρέπει να αποσυρθεί τώρα!», τονίζει σε σχετική ανακοίνωσή της, καλώντας σε μαζική συμμετοχή στην απεργία και στις συγκεντρώσεις που προγραμματίζονται για την Τετάρτη σε όλες τις πόλεις της χώρας. Κινητοποιήσεις έχουν προκηρύξει επίσης λίγο νωρίτερα πρωτοβάθμια σωματεία και υγειονομικοί, ενώ 24ωρη απεργία προκήρυξε η Πανελλήνια Ομοσπονδία Θεάματος και Ακροάματος (ΠΟΘΑ), που μιλά για ένα νομοσχέδιο που θα φέρει αύξηση της ανεργίας και θα εντείνει την εργασιακή ζούγκλα.

Για το ΠΑΜΕ, τέλος, που καλεί στις 10.30 π.μ. και στις 5 το απόγευμα στο Σύνταγμα, βασικό είναι να μην περάσει το νομοσχέδιο Χατζηδάκη, ενώ, στην περίπτωση που ψηφιστεί, τα συνδικάτα που πρόσκεινται στο ΠΑΜΕ θα συνεχίσουν να βρίσκονται σε ετοιμότητα ώστε να μην εφαρμοστεί.

Written by antiracistes

15 Ιουνίου, 2021 at 9:49 πμ

Αναρτήθηκε στις Uncategorized

Η μεγάλη απεργία κατά του “νόμου Λάσκαρη” πριν 45 χρόνια

leave a comment »

Η μεγάλη απεργία κατά του “νόμου Λάσκαρη” πριν 45 χρόνια
https://www.anatropinews.gr/2021/06/10/megali-apergia-nomoy-laskar/

Η σημερινή απεργία κατά του νομοσχεδίου για τα εργασιακά, του “νόμου Χατζηδάκη” κάνει αναπόφευκτες τις συνδέσεις με την πρώτη παρόμοια απόπειρα της Νέας Δημοκρατίας αμέσως μετά το πρώτο ορμητικό απεργιακό κύμα της μεταπολίτευσης να ψηφίσει τον περιβοήτο αντιαπεργιακό «Νόμο 330» γνωστός και ως “νόμος Λάσκαρη”.
Ακριβώς 45 χρόνια πριν, στις 25 Μάη του 1976 η τότε κυβέρνησή της βρέθηκε αντιμέτωπη με μια 48ωρη γενική απεργία που κήρυξαν σωματεία και ομοσπονδίες, με δεκάδες χιλιάδες απεργούς να συγκρούονται με τα ΜΑΤ και τις αύρες της αστυνομίας που άφησαν μάλιστα πίσω τους μία νεκρή μικροπωλήτρια στην Ομόνοια.

Από το 1974, δυο είναι οι βασικοί νόμοι για τα συνδικαλιστικά δικαιώματα, που ο ένας αντικατέστησε τον άλλο. Πρόκειται για το νόμο 330/1976 της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας ή αλλιώς «νόμος Λάσκαρη» (ο υπουργός Εργασίας), ο οποίος έμεινε στην ιστορία για την περίφημη δήλωσή του στη Βουλή, κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου: «Δε θα επιτρέψω την πάλη των τάξεων», εκφράζοντας με απόλυτη σαφήνεια τους αντεργατικούς στόχους του νόμου.

Ο άλλος είναι ο νόμος 1264/82, που ψηφίστηκε επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ και ισχύει μέχρι σήμερα. Ακολούθησε το άρθρο 4 του νόμου 1365/83, που χαρακτηρίστηκε και «απεργοκτόνο». Με αυτό, για την κήρυξη απεργίας στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, απαιτούνταν μεταξύ άλλων το 50% συν 1 των εγγεγραμμένων μελών της οργάνωσης και όχι η πλειοψηφία των παρόντων στη συνέλευση.

Η πτώση της χούντας το καλοκαίρι του 1974, έναν χρόνο μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου ήταν μια τεράστια νίκη του κινήματος που ήρθε από τα κάτω, βγάζοντας στο προσκήνιο των εξελίξεων την εργατική τάξη. Οπλισμένοι με την αυτοπεποίθηση που έδωσε το Πολυτεχνείο, οι εργαζόμενοι-ες μπήκαν στη μάχη για να διεκδικήσουν όλα εκείνα τα δικαιώματα που τους στέρησε η επταετία αλλά και την «αποχουντοποίηση» στον ίδιο τον χώρο δουλειάς τους και σε ολόκληρη κοινωνία.

Το ξεκίνημα έγινε με την απεργία της Νάσιοναλ Καν τον Οκτώβρη του 1974 με πρωτοβουλία της εργοστασιακής επιτροπής που είχε συγκροτηθεί (τα σωματεία στους χώρους ήταν ανύπαρκτα από την εποχή της χούντας, ενώ η ΓΣΕΕ, οι περισσότερες ομοσπονδίες και τα Εργατικά Κέντρα ήταν κάτω από τον έλεγχο διορισμένων ή ‘εκλεγμένων’ με νοθεία δεξιών εργατοπατέρων. Στη Νάσιοναλ Καν απεργούν μαζί Πακιστανοί μετανάστες και ντόπιοι εργατες/τριες.

Τη Νάσιοναλ Καν ακολούθησαν οι τεχνικοί Τύπου, η ΗΒΗ, η Ολυμπιακή, η ΙΤΤ, η Πεσινέ, οι μεταλλωρύχοι του Μποδοσάκη, τα Ναυπηγεία της Ελευσίνας, οι έκτακτοι του ΟΠΑΠ, οι γιατροί του ΚΑΤ.

Το 1975, στη μάχη μπαίνουν πλέον όλα τα μεγάλα εργοστάσια που γίνονται κάστρα του απεργιακού αγώνα: Βιαμάξ, Βιοχάλκο, όλα τα Ναυπηγεία, όλα τα Ορυχεία, Πίτσος, Εσκιμό, Ιζόλα, Τριαντέξ, Τρικοπί, Φούλγκορ, Βιοχρώμ, ΕΤΜΑ, Λαδόπουλος –ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό.

Το κίνημα περνάει από το ένα εργοστάσιο στο άλλο αγκαλιάζοντας ολόκληρους τους κλάδους αιχμής: Κλωστοϋφαντουργία, ηλεκτρικές συσκευές, ναυπηγεία, αμαξώματα, οικοδομές. Τον Ιούλη του 1975, η πρώτη επέτειος από την πτώση της χούντας σημαδεύεται από την απεργία των οικοδόμων και την άγρια σύγκρουση με την αστυνομία στους δρόμους της Αθήνας. Οι μαίες και οι νοσοκόμες που δουλεύουν στις κλινικές (ΕΣΥ βέβαια δεν υπήρχε) κατεβαίνουν στους δρόμους, οι τηλεφωνήτριες του ΟΤΕ ξεκινάνε απεργίες.

Μαζικές απεργίες
Τα χαρακτηριστικά των απεργιών συμπυκνώνει η απεργία διαρκείας που ξεκινάει στα μέσα Αυγούστου του 1975 στην Χαρτοποιία ΜΕΛ, με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Οι εργάτες της ανακάλυψαν από την αρχή πώς οργανώνεις απεργία, κατάληψη, συμπαράσταση.

Δυο μήνες μετά το ξεκίνημα της απεργίας κατεβαίνουν στην Αθήνα. Ξενυχτάνε μπροστά στη Βουλή και κάνουν συνελεύσεις στα Προπύλαια. Η κυβέρνηση στέλνει αστυνομία να τους διώξει. Οι απεργοί υπερασπίζονται το χώρο μαζί με συμπαραστάτες. Αποφασίζουν τελικά να πάνε στο Πολυτεχνείο φωνάζοντας “Το δρόμο τον δείχνει ο Νοέμβρης” και το κάνουν κέντρο αγώνα. Έτσι κερδήθηκε το άσυλο.

Οι απεργοί εκδίδουν την “Φωνή των απεργών της ΜΕΛ” η οποία μετατρέπεται σε εργαλείο συμπαράστασης, με χιλιάδες φύλλα να πουλιούνται σε άλλα εργοστάσια όπου συγκεντρώνονται χρήματα για τους απεργούς. Η ΜΕΛ οργανώνει συναυλίες αλληλεγγύης και συγκεντρώσεις συμπαράστασης μέσα στο Πολυτεχνείο

Στην Πάτρα, όπου είχε ξεκινήσει νωρίτερα απεργία σε ένα άλλο εργοστάσιο του ίδιου ιδιοκτήτη, του Λαδόπουλου, η αλληλεγγύη ήταν συγκλονιστική. Οργανώθηκε συναυλία με τον Μικρούτσικο, τη Δημητριάδη και άλλους μέζεψε περίπου 100.000 δραχμές για τους απεργούς, ένα τεράστιο νούμερο για την εποχή.

Για ένα διάστημα οι εργάτες της Πάτρας ανέβηκαν και αυτοί στην Αθήνα, όπου ενώθηκαν με τη ΜΕΛ. Αυτό είναι μια ακόμη τακτική που γενικεύτηκε στις απεργίες του ’74-’76. Να απεργούν ταυτόχρονα σε πολλά μαγαζιά του ίδιου αφεντικού, για να αυξάνεται η πίεση. Τελικά ενώ πλησίαζε η επέτειος του Πολυτεχνείου και με πρόσχημα ότι “ο γιορτασμός του δεν προσφέρεται για οικονομικούς αγώνες”, η ΕΦΕΕ, απαιτεί από τους απεργούς να φύγουν. Οι εργάτες γύρισαν στο εργοστάσιο και έβαλαν μπρος τις μηχανές, κάτω από το δικό τους έλεγχο. Τελικά η εργοδοσία υποχώρησε, έδωσε αυξήσεις και πλήρωσε ακόμη και τις μέρες της απεργίας.

Το 1976, στο αποκορύφωμά αυτού του κινήματος γίνονται μαζικές απεργίες. Κύριο χαρακτηριστικό της περιόδου ήταν οι απεργίες διαρκείας. Οι απεργοί οργανώνονται στις επιτροπές αγώνα, οργανώνουν απεργιακές φρουρές.

Μέσα από αυτήν την διαδικασία κάνουν την εμφάνισή τους καινούργια σωματεία σε όλους τους χώρους δουλειάς, που μαζικοποιούνται ραγδαία. Το αίτημα για συλλογικές συμβάσεις αγκαλιάζει όλο το εργατικό κίνημα. Πάνω απ’ όλα οι απεργίες αρχίζουν να στριμώχνουν τα αφεντικά που αναγκάζονται να δίνουν αυξήσεις και να κανουν παραχωρήσεις στα ωράρια και τις συνθήκες δουλειάς. Ανάμεσα στο 1974-80, οι αυξήσεις στις αποδοχές στους περισσότερους χώρους εργασίας ξεπερνάνε την αύξηση των τιμών (241%). Είναι 337% στους βιομηχανικούς εργάτες, 298% στις οικοδομές, 422 % στην ΔΕΗ.

Ταφόπλακα
Σε αυτό το κίνημα και τη μαζική στροφή προς το μαχητικό συνδικαλισμό στη βάση των χώρων δουλειάς και κύρια στα εργοστάσια, ήθελε να βάλει ταφόπλακα ο νόμος 330, καθώς η καταστολή της αστυνομίας και η απεργοσπασία δεν μπορούσε να το νικήσει.

Στις αρχές του Μάρτη του 1976 ο ΣΕΒ ζήτησε με συνέντευξη Τύπου τη λήψη μέτρων, και στο υπουργικό συμβούλιο της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή που έγινε τέσσερις μέρες μετά, αποφασίστηκε η κυβερνητική επίθεση που μεταφράστηκε στον 330 και άλλους νόμους μετά από αυτόν. Στα πρακτικά, που έχει δημοσιεύσει η ΕΦΣΥΝ, είναι χαρακτηριστική η πρώτη φράση του Καραμανλή:

«Οπως γνωρίζετε, Κύριοι, το θέμα το οποίον τελευταίως μας απασχολεί έντονα είναι το θέμα των απεργιών. Είναι ένα φαινόμενον δυσάρεστον, που ημπορεί να εξελιχθεί κατά τρόπον επικίνδυνον, εάν δεν εύρωμε τους καταλλήλους τρόπους να το αναχαιτίσωμεν …πρέπει να δαμάσωμεν τις απεργίες».

Ο νόμος 330 περιόριζε δραστικά το δικαίωμα στην απεργία, νομιμοποιούσε την ανταπεργία (λοκ άουτ) και τη συγκρότηση απεργοσπαστικών μηχανισμών. Απαγόρευε την «πολιτική απεργία», τις απεργίες αλληλεγγύης, αλλά και κάθε άλλη απεργιακή κινητοποίηση που δε στρέφεται κατά του συγκεκριμένου εργοδότη και δεν περιορίζεται σε καθαρά μισθολογικά αιτήματα.

Απαγορεύτηκαν οι απεργίες που δεν κηρύσσονταν «υπό του νομίμως συνεστημένου σωματείου» (αλλά από συνελεύσεις εργαζομένων) ή αποφασίζονταν με πλειοψηφία κάτω του 75%. Επιβλήθηκε υποχρεωτική οκταήμερη προειδοποίηση των απεργών προς τον εργοδότη, ποινικοποιήθηκε η «άσκησις επιρροής επί της συστάσεως σωματείου», αναζωογονήθηκε η μετεμφυλιακή νομοθεσία που επέτρεπε την απόλυση συνδικαλιστικών στελεχών για «απείθεια σε δικαιολογημένη εντολή του εργοδότη» ή «εξύβρισή» του.

Όλα τα συνδικάτα και η αντιπολίτευση στη Βουλή καταδίκαζαν αυτό το τερατούργημα. Έτσι κήρυξαν την 48ωρη γενική απεργία, στις 24 και 25 Μάη, όταν το νομοσχέδιο πήγε στη Βουλή. Ήταν ένας πανεργατικός σεισμός. Υπολογίζεται ότι απέργησαν περίπου μισό εκατομμύριο εργάτες και εργάτριες και στην Αθήνα δεκάδες χιλιάδες κατέβηκαν στις 24 Μάη πανικοβάλλοντας την κυβέρνηση που την επόμενη μέρα επιτέθηκε. Σε συνέντευξή του ο Νίκος Γεωργίου, οικοδόμος τότε, περιγράφει τι έγινε τη δεύτερη μέρα της απεργίας:

«Η απεργιακή συγκέντρωση ήταν έξω από το θέατρο Διάνα στην Ιπποκράτους. Είχε χιλιάδες κόσμο. Υπήρχε η κλασσική διαδικασία με συνδικαλιστές σαν κεντρικούς ομιλητές, βουλευτές της Αριστεράς που συμπαραστέκονταν κλπ. Από τα κάτω όμως γίνεται μεγάλη συζήτηση ότι δεν μπορούμε να περιοριστούμε σε αυτά, πρέπει να γίνει διαδήλωση. Από τα πάνω ανακοινώνεται η λήξη της συγκέντρωσης και τα συνήθη “βρισκόμαστε σε αγωνιστική ετοιμότητα” κλπ. Οι απεργοί όμως αρνήθηκαν να φύγουν και συγκρότησαν διαδήλωση στην Πανεπιστημίου με προορισμό το υπουργείο Εργασίας στην Πειραιώς. Δεν ήταν μόνο οι οικοδόμοι. Αμέτρητοι εργατικοί χώροι έβγαλαν απεργία και κατέβηκαν οργανωμένα με πορείες από τα εργοστάσια, αλλά και νεολαία, φοιτητές. Η αστυνομία δεν δίστασε να επιτεθεί άγρια στη διαδήλωση. Αύρες, χημικά, ξύλο. Εγώ, κνίτης ακόμα τότε, είχα φύγει με τα “συνάδελφοι διαλυόμαστε” που ήταν η γραμμή. Φτάνοντας όμως στο σπίτι ανοίγω το ράδιο, ακούω ότι γίνεται χαμός και παίρνω το δρόμο ξανά για το κέντρο της Αθήνας. Όταν έφτασα οι συγκρούσεις είχαν απλωθεί και οι μάχες με την αστυνομία κράτησαν μέχρι αργά το βράδυ».

Η επίθεση της αστυνομίας έγινε όταν οι απεργοί επιχείρησαν να ανέβουν απο την Πειραιώς πίσω στην Βουλή στη Σταδίου στο ύψος της Πεσμαζόγλου. Εκατοντάδες είναι οι τραυματίες και δεκάδες συλληφθέντες στις μάχες που δίνονται σώμα με σώμα. Σηκώνονται οδοφράγματα με αυτοκίνητα σε μια σειρά από δρόμους της Αθήνας, στην Πειραιώς φλεγόμενα, με μεγάλες μπάλες χαρτιού απο το τυπογραφείο της «Βραδυνής».

Οι αύρες οργιάζουν και στην Αιόλου, μια από αυτές σκοτώνει την μικροπωλήτρια Αναστασία Τσιβίκα, παρασύροντάς την πάνω στο πεζοδρόμιο. Την επόμενη μέρα οι εφημερίδες μιλούσαν για δράση «ξένων στοιχείων» και «προβοκατόρων» .

Ο νόμος τελικά ψηφίστηκε. Η απόπειρα της ΝΔ να σταματήσει τις απεργίες ήταν σκληρή –χιλιάδες συνδικαλιστές που πρωτοστατούσαν στους χώρους τους απολύθηκαν τα επόμενα χρόνια.

Αλλά οι απεργίες κάθε άλλο παρά σταμάτησαν μετά το 1976. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι χαμένες ώρες εργασίας από απεργίες ακόμη και σε προεκλογική περίοδο το 1980 είναι 20.494.744, τριπλάσιες από τις 6.145.000 του 1976, καθώς δίπλα σε αρκετά από τα εργοστάσια που συνεχίζουν τους αγώνες (όπως η απεργία διαρκείας των λιθογράφων), έρχονται να προστεθούν οι νοσοκομειακοί γιατροί στο ιδιωτικό ακόμη σύστημα Υγείας, οι τραπεζοϋπάλληλοι, οι εργαζόμενοι στις ΔΕΚΟ, οι εκπαιδευτικοί και άλλα κομμάτια του δημόσιου τομέα. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αναγκάστηκε τελικά να καταργήσει το ν.330 το 1982.

Οι απεργιακές κινητοποιήσεις κατά την περίοδο της πρωθυπουργίας του Κωνσταντίνου Καραμανλή ήταν πολλές, με το συνδικαλιστικό κίνημα να επικεντρώνεται ωστόσο κυρίως στην αποκατάσταση της δημοκρατικής λειτουργίας του, στην οποία μεταξύ άλλων εντάσσεται και το ζήτημα των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και διαπραγματεύσεων. Επίσης εκείνη την περίοδο εμφανίζονται και τα πρώτα σπέρματα επιχειρησιακού συνδικαλισμού, ενώ την εμφάνισή τους σταδιακά κάνουν και οι συνδικαλιστικές παρατάξεις των κομμάτων. «Βασικό στοιχείο όμως εκείνης της περιόδου είναι η δημιουργία των πρώτων επιχειρησιακών σωματείων», τονίζει ο Σάββας Ρομπόλης.

Όπως εξηγεί με το νόμο του 1982 «δημιουργείται ένα πλαίσιο δημοκρατικής λειτουργίας των συνδικάτων και είναι γεγονός πως η άνοδος του ΠΑΣΟΚ βοηθάει στην ανάπτυξη του συνδικαλιστικού κινήματος. Με το νόμο του ’82 τα συνδικάτα ισχυροποιούν τη θέση τους στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ενώ τα χρόνια που θα ακολουθήσουν το συνδικαλιστικό κίνημα παίζει σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις και συμμετέχει ενεργά στη διαμόρφωση του πλαισίου». Από τις αρχές του ’80 το ΠΑΣΟΚ ισχυροποιείται στο συνδικαλιστικό κίνημα, όμως υπήρξαν και οι ρήξεις όπως την περίοδο επί υπουργίας Αρσένη με πολλά στελέχη της ΠΑΣΚΕ να εγκαταλείπουν το κυβερνητικό άρμα. Τις επόμενες δεκαετίας έχουμε την ανάπτυξη και ενίσχυση του κλαδικού συνδικαλισμού και της ΓΣΕΕ ως κεντρικού συνδικαλιστικού οργάνου.

Στη δεκαετία του ’80 ένα από τα βασικότερα ζητήματα είναι αυτό της εξυγίανσης των ‘προβληματικών επιχειρήσεων’. Πρόκειται για ισχυρές επιχειρήσεις της ελληνικής βιομηχανίας που κατέρρεαν οικονομικά υπό το βάρος των χρεών που είχαν συσσωρεύσει. «Εκείνη την περίοδο ενισχύεται περαιτέρω ο επιχειρησιακός συνδικαλισμός και μέσω αυτού διεκδικείται η συνέχιση της λειτουργίας των εταιρειών και η διατήρηση των θέσεων εργασίας. Πραγματοποιούνται μεγάλες απεργίες από επιχειρησιακά σωματεία αλλά και με την κάλυψη της ΓΣΕΕ και των ομοσπονδιών».

Ήταν τότε που το ΠΑΣΟΚ δημιουργεί και τον Οργανισμό Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων (ΟΑΕ) για την «εξυγίανση» των «προβληματικών εταιρειών», πολλές εκ των οποίων αφού καθάρισαν από τα χρέη μέσω του ΟΑΕ πουλήθηκαν και τελικά οι περισσότερες έκλεισαν. «Βραχυχρόνια το κίνημα των επιχειρησιακών σωματείων στέφεται με επιτυχία, ωστόσο σε βάθος χρόνου οι περισσότερες από αυτές τις εταιρείες έκλεισαν», τονίζει χαρακτηριστικά ο κ. Ρομπόλης.

Η πτώση της Χούντας βρίσκει το συνδικαλιστικό κίνημα σε μια φάση αποδεκατισμού εξαιτίας φυλακίσεων πολλών συνδικαλιστών κατά τη διάρκεια της επταετίας, αλλά και των διορισμένων από τη δικτατορία διοικήσεων των συνδικάτων. «Η περίοδος από το 1974 έως το 1981 θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ‘περίοδος αποκατάστασης της δημοκρατίας του συνδικαλιστικού κινήματος’. Αυτή η φάση ολοκληρώνεται με το νόμο του 1982» επί ΠΑΣΟΚ. Πρόκειται για το νόμο 1264/1982 «για τον εκδηµοκρατισµό του συνδικαλιστικού κινήµατος και την κατοχύρωση των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εργαζοµένων».

Η άνθηση του επιχειρησιακού συνδικαλισμού
Οι απεργιακές κινητοποιήσεις κατά την περίοδο της πρωθυπουργίας του Κωνσταντίνου Καραμανλή ήταν πολλές, με το συνδικαλιστικό κίνημα να επικεντρώνεται ωστόσο κυρίως στην αποκατάσταση της δημοκρατικής λειτουργίας του, στην οποία μεταξύ άλλων εντάσσεται και το ζήτημα των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και διαπραγματεύσεων. Επίσης εκείνη την περίοδο εμφανίζονται και τα πρώτα σπέρματα επιχειρησιακού συνδικαλισμού, ενώ την εμφάνισή τους σταδιακά κάνουν και οι συνδικαλιστικές παρατάξεις των κομμάτων. «Βασικό στοιχείο όμως εκείνης της περιόδου είναι η δημιουργία των πρώτων επιχειρησιακών σωματείων», τονίζει ο Σάββας Ρομπόλης.

Όπως εξηγεί με το νόμο του 1982 «δημιουργείται ένα πλαίσιο δημοκρατικής λειτουργίας των συνδικάτων και είναι γεγονός πως η άνοδος του ΠΑΣΟΚ βοηθάει στην ανάπτυξη του συνδικαλιστικού κινήματος. Με το νόμο του ’82 τα συνδικάτα ισχυροποιούν τη θέση τους στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ενώ τα χρόνια που θα ακολουθήσουν το συνδικαλιστικό κίνημα παίζει σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις και συμμετέχει ενεργά στη διαμόρφωση του πλαισίου». Από τις αρχές του ’80 το ΠΑΣΟΚ ισχυροποιείται στο συνδικαλιστικό κίνημα, όμως υπήρξαν και οι ρήξεις όπως την περίοδο επί υπουργίας Αρσένη με πολλά στελέχη της ΠΑΣΚΕ να εγκαταλείπουν το κυβερνητικό άρμα. Τις επόμενες δεκαετίας έχουμε την ανάπτυξη και ενίσχυση του κλαδικού συνδικαλισμού και της ΓΣΕΕ ως κεντρικού συνδικαλιστικού οργάνου.

Στη δεκαετία του ’80 ένα από τα βασικότερα ζητήματα είναι αυτό της εξυγίανσης των ‘προβληματικών επιχειρήσεων’. Πρόκειται για ισχυρές επιχειρήσεις της ελληνικής βιομηχανίας που κατέρρεαν οικονομικά υπό το βάρος των χρεών που είχαν συσσωρεύσει. «Εκείνη την περίοδο ενισχύεται περαιτέρω ο επιχειρησιακός συνδικαλισμός και μέσω αυτού διεκδικείται η συνέχιση της λειτουργίας των εταιρειών και η διατήρηση των θέσεων εργασίας. Πραγματοποιούνται μεγάλες απεργίες από επιχειρησιακά σωματεία αλλά και με την κάλυψη της ΓΣΕΕ και των ομοσπονδιών».

Ήταν τότε που το ΠΑΣΟΚ δημιουργεί και τον Οργανισμό Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων (ΟΑΕ) για την «εξυγίανση» των «προβληματικών εταιρειών», πολλές εκ των οποίων αφού καθάρισαν από τα χρέη μέσω του ΟΑΕ πουλήθηκαν και τελικά οι περισσότερες έκλεισαν. «Βραχυχρόνια το κίνημα των επιχειρησιακών σωματείων στέφεται με επιτυχία, ωστόσο σε βάθος χρόνου οι περισσότερες από αυτές τις εταιρείες έκλεισαν», τονίζει χαρακτηριστικά ο κ. Ρομπόλης.

Στο πλαίσιο του νεοφιλελευθερισμού

Ο διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ υπογραμμίζει και το διεθνές πλαίσιο που ορίζει την εφαρμοζόμενη πολιτική της περιόδου, επηρεάζοντας αναπόφευκτα και τις διεκδικήσεις του συνδικαλιστικού κινήματος. «Από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 με την κρίση του πετρελαίου και την αύξηση του πληθωρισμού διαμορφώνεται το νεοφιλελεύθερο καπιταλιστικό σύστημα. Η σχολή του Σικάγο δημιουργεί το τεχνικό υπόβαθρο για τη μετάβαση από το ‘φορντικό υπόδειγμα’ στο ‘νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα’. Βασική αρχή αυτού του υποδείγματος ήταν πως για την αντιμετώπιση της κρίσης του πετρελαίου, τις επιπτώσεις της στην παγκόσμια οικονομία και την αύξηση του πληθωρισμού θα πρέπει να υπάρξει πλήρης απελευθέρωση του κεφαλαίου και της αγοράς εργασίας με ατμομηχανή την παγκοσμιοποίηση. Εκεί εμφανίζεται και η πολιτική των Ρίγκαν και Θάτσερ. Μια πολιτική που εξαπλώνεται σταδιακά σε όλη την Ευρώπη στη συνέχεια».

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη και η επιτυχία του 2001

Μαζικές και δυναμικές κινητοποιήσεις ξεσπούν στα πρώτα χρόνια του ’90 επί κυβέρνησης Μητσοτάκη. Το συνδικαλιστικό κίνημα δημιουργεί το μεγαλύτερο πρόβλημα στην τότε κυβέρνηση που επιχειρεί να προχωρήσει σε αυτή τη μετάβαση στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο με την απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και του κεφαλαίου, μέσω ιδιωτικοποιήσεων και συρρίκνωση των κοινωνικών δαπανών. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη καταρρέει και το ΠΑΣΟΚ επιστρέφει στην εξουσία. Όμως και τα Σοσιαλδημοκρατικά κόμματα έχουν μπει στη διαδικασία της «μετάβασης».

Το 2001 καταγράφεται η κορύφωση του συνδικαλιστικού κινήματος με το νομοσχέδιο Γιαννίτση για το ασφαλιστικό. «Πρόκειται για τη μεγαλύτερη κινητοποίηση στην ιστορία του συνδικαλιστικού κινήματος της μεταπολίτευσης. Οι κινητοποιήσεις Γιαννίτση ήταν μια προίκα για το κίνημα», τονίζει ο κ. Ρομπόλης.

Σημαντικό στοιχείο εκείνων των κινητοποιήσεων ήταν η συμβολή του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, το οποίο έχει δημιουργηθεί από το 1990. «Για πρώτη φορά τεκμηριώνονται οι θέσεις του συνδικαλιστικού κινήματος. Το 2001 το Ινστιτούτο Εργασίας είχε επεξεργαστεί το ασφαλιστικό σύστημα (στρεβλώσεις , κατακερματισμός, ανισότητα κ.α.) και είχε παρουσιάσει μια μεγάλη πρόταση με μελέτες, για το πως θα μπορούσαμε να περάσουμε σταδιακά από τα δεκάδες ταμεία στα τρία μέσα στα επόμενα χρόνια. Ο συνδυασμός της τεκμηριωμένης πρότασης και της ενημερωτικής δράσης από τους συνδικαλιστές οδήγησε στην ευαισθητοποίηση και την κινητοποίηση των εργαζομένων και των συνταξιούχων. Έτσι στους δρόμους κατέβηκαν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι. Ήταν η πρώτη φορά που το συνδικαλιστικό κίνημα παρουσιάζει μια επιστημονική μελέτη ως αντιπρόταση», σημειώνει ο Σάββας Ρομπόλης.

Το φαινόμενο της «ατομικότητας»

Τα χρόνια που ακολούθησαν μέχρι το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και την έλευση της τρόικας το συνδικαλιστικό κίνημα μπαίνει σε μια περίοδο ύφεσης με εξαίρεση ορισμένες δυναμικές κινητοποιήσεις σε επιμέρους κλάδους, όπως των ναυτεργατών και των αγροτών. Σημειώνεται πως οι πρώτοι το 2006 τερματίζουν την πολυήμερη κινητοποιησή τους υπό το βάρος της επιστράτευσης από την κυβέρνηση, ένα κατασταλτικό μέτρο που θα χρησιμοποιηθεί κατά κόρον τα επόμενα χρόνια. Μετά έρχεται η κρίση και μαζί της τα Μνημόνια. Το συνδικαλιστικό κίνημα φαίνεται να αδυνατεί να αντιδράσει σε βαθμό ώστε να εμποδίσει την επέλαση των αντεργατικών και αντικοινωνικών μέτρων. Πολλοί έκαναν λόγο για «αλλοτρίωση» του συνδικαλιστικού κινήματος.

Ο κ. Ρομπόλης σχολιάζει: «Δεν συμφωνώ πως υπάρχει αλλοτρίωση. Το θέμα είναι πως οι δανειστές και οι ελληνικές κυβερνήσεις εφάρμοσαν ένα πρόγραμμα με το οποίο η ανεργία εκτοξεύτηκε και το συνδικαλιστικό κίνημα βρέθηκε στα όριά του. Η ανεργία είναι το βασικό φαινόμενο που αποδυναμώνει το συνδικαλιστικό κίνημα. Βέβαια κανείς δεν μπορεί να παραβλέψει πως υπάρχει ένα ζήτημα με την παραταξιοποίηση, καθώς εξαιτίας αυτής δεν υπάρχει πλήρης ανεξαρτησία. Ωστόσο αυτό το φαινόμενο αντιμετωπίζεται με το Ινστιτούτο Εργασίας μέσω του οποίου παράγεται πολιτική με βάση την τεκμηρίωση και τις αυτοτελείς αναλύσεις».

Την τελευταία δεκαετία οι εργαζόμενοι απομακρύνονται όλο και περισσότερο από τα σωματεία, ενώ η συνδικαλιστική ηγεσία έχει κατηγορηθεί για τη στάση που κράτησε με το ξέσπασμα της κρίσης. «Είναι γεγονός πως ο δείκτης συνδικαλιστικής πυκνότητας είναι μειωμένος», αναφέρει ο κ. Ρομπόλης και συνεχίζει: «Αυτό νομίζω οφείλεται στην οπισθοδρόμηση του συνδικάτου, η οποία σημειώνεται όταν στο πλαίσιο της σύγκρουσης η απώλειά είναι οι θέσεις εργασίας. Το ερώτημα είναι τι θα μπορούσε το συνδικάτο να κάνει παραπάνω;».

Πολλοί κατηγορούν τη ΓΣΕΕ για τις μορφές δράσης που επέλεξε και διερωτώνται γιατί τα συνδικάτα δεν επανέλαβαν την επιτυχημένη κινητοποίηση του 2001. «Υπάρχουν πολλές μορφές συνδικαλιστικής δράσης και το συνδικάτο για να επιλέξει τη μία ή την άλλη μορφή θα πρέπει να έχει δημιουργήσει όλες τις προϋποθέσεις μια επιτυχούς έκβασης. Αν για παράδειγμα προχωρήσει σε μια απεργία διαρκείας για να είναι επιτυχής η δράση απαιτείται υψηλή συμμετοχή. Εγώ προσωπικά αντιμετωπίζω θετικά την απεργία διαρκείας, όμως για την επιτυχία της χρειάζεται πολύ καλή προετοιμασία. Σίγουρα η επιτυχία της αντίδρασης στο νόμο Γιαννίτση αποτελεί ένα μάθημα. Ποιος είναι ο λόγος που το συνδικαλιστικό κίνημα δεν μπήκε στη διαδικασία να επαναλάβει αυτή τη δράση; Δεν ξέρω. Είναι ένα ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί», τονίζει ο κ. Ρομπόλης και επαναλαμβάνει: «Είναι γεγονός πως έχει μείνει αναπάντητο το ερώτημα γιατί ενώ υπήρχε το επιτυχημένο παράδειγμα του 2001 δεν δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις συσπείρωσης και συμμετοχής;».

Συνεχίζοντας σημειώνει: «Η μαζικότητα του 2001 αποτελεί μια από τις σημαντικότερες επιτυχίες του συνδικαλιστικού κινήματος. Από εκεί και μετά δεν επανέλαβε κάτι αντίστοιχο και δεν απέκτησε μια κουλτούρα της προετοιμασίας και των προϋποθέσεων για να δημιουργήσει μια μαζικότητα στις διεκδικήσεις του. Επίσης τα τελευταία χρόνια δεν υπάρχει ανανέωση στα μέλη. Τα συνδικάτα θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι προηγούμενης γενιάς. Εγώ αποδίδω αυτή τη στασιμότητα σε αντικειμενικούς λόγους και όχι υποκειμενικούς. Νομίζω πως κυρίως οφείλεται στην οπισθοδρόμηση και την απαξίωση της εργασίας και των εργασιακών σχέσεων, μια διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη από το ‘90 και μετά, με αιχμή του δόρατος την ανεργία.

Οφείλεται δηλαδή σε αντικειμενικές συνθήκες, όπως αυτές ορίζονται στο πλαίσιο του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος, και λιγότερο στον υποκειμενικό παράγοντα που είναι το ίδιο το κίνημα και πως αντιδρά. Είναι ένα ευρωπαϊκό και όχι μόνο ελληνικό πρόβλημα. Μέσα από την συρρίκνωση των εισοδημάτων και των θέσεων εργασίας, συρρικνώνεται και η βούληση των εργαζομένων για ένταξη στο συνδικάτο. Ουσιαστικά ενισχύεται η ατομική συμπεριφορά έναντι της συλλογικής. Πρόκειται για το φαινόμενο της εξατομίκευσης που έχει ενισχυθεί και από την αποκαθήλωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Αυτή τη στιγμή κυρίαρχη μορφή εργασιακής σχέσης είναι η ατομική σχέση εργασίας και αυτή η ατομικότητα απομακρύνει τον εργαζόμενο από τη συλλογική δράση. Για μένα μπαίνουν πάντα τέτοιες μεταβλητές και διαστάσεις στην ανάλυση, περισσότερο αντικειμενικές και λιγότερο υποκειμενικές».

Written by antiracistes

10 Ιουνίου, 2021 at 6:38 πμ

Αναρτήθηκε στις Uncategorized

Μεγάλη πανεργατική απεργία Πέμπτη (10/6)-Συγκεντρώσεις και πορείες διαμαρτυρίας συνδικάτων-συνδικαλιστικών παρατάξεων

leave a comment »

Μεγάλη πανεργατική απεργία Πέμπτη (10/6)-Συγκεντρώσεις και πορείες διαμαρτυρίας συνδικάτων-συνδικαλιστικών παρατάξεων

«Παραλύει» αύριο Πέμπτη 10 Ιουνίου η χώρα, καθώς ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, ΕΚΑ και ΠΑΜΕ έχουν προκηρύξει 24ωρη απεργία αντιδρώντας στο εργασιακό νομοσχέδιο.

Ταλαιπωρία περιμένει το επιβατικό κοινό εξαιτίας της συμμετοχής των εργαζόμενων στα μέσα μεταφοράς στην απεργία της Πέμπτης αλλά και τους οδηγούς λόγω της ασφυξίας που δημιουργείται στους κεντρικούς δρόμους.

Έτσι ακινητοποιημένα θα μείνουν για 24 ώρες Mετρό, ηλεκτρικός, τραμ και τρόλεϊ ενώ τα λεωφορεία του ΟΑΣΑ θα κυκλοφορούν την Πέμπτη από τις 9 πμ έως τις 9 μμ, δηλαδή θα πραγματοποιήσουν στάσεις εργασίας στην αρχή και στη λήξης της βάρδιας.

Το συνδικάτο της ΣΤΑΣΥ ζητά την απόσυρση του εργασιακού νομοσχεδίου. «Είναι ξεκάθαρο ότι το νομοσχέδιο αυτό επιχειρεί να δώσει ένα νέο συντριπτικό χτύπημα στα εναπομείναντα εργατικά δικαιώματα, που όλα τα τελευταία χρόνια της κρίσης βρίσκονται στο στόχαστρο των πολιτικών όλων των κυβερνήσεων και της εργοδοσίας», τονίζεται στην ανακοίνωση του συνδικάτου.

Τα τρένα της ΤΡΕΝΟΣΕ θα μείνουν ακινητοποιημένα αύριο ενώ θα τροποποιηθούν τα δρομολόγια της προηγούμενης και της επόμενης ημέρας.

Δεμένα για 24 ώρες θα μείνουν τα πλοία στα λιμάνια εξαιτίας της απεργίας της ΠΝΟ. Η απεργία θα ξεκινήσει στις 00:01 έως 24:00 τα μεσάνυχτα της ίδιας ημέρας. Στην κινητοποίηση θα συμμετάσχουν και οι λιμενεργάτες.

Στην κινητοποίηση της 10ης Ιουνίου, θα λάβουν μέρος το προσωπικό των δημοσίων νοσοκομείων και του ΕΚΑΒ, οι καθηγητές και οι δάσκαλοι, καθώς και οι δικαστικοί υπάλληλοι.

Λόγω της απεργίας της ΑΔΕΔΥ θα υπολειτουργήσουν οι δημόσιες υπηρεσίες, οι εφορίες, πολεοδομίες, δήμοι, νομαρχίες, υπουργεία.

Την ημέρα της απεργίας θα σιγήσουν και τα ΜΜΕ (έντυπα, ραδιοτηλεοπτικά, διαδικτυακά), στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, ΕΡΤ, ΓΓΕΕ, ΑΠΕ-ΜΠΕ, Δημοτικά Ραδιόφωνα, Γραφεία Τύπου) από τις 05.30 π.μ. της Πέμπτης 10 Ιουνίου έως τις 05.30 π.μ. της Παρασκευής 11 Ιουνίου λόγω της 24ωρης απεργίας που κήρυξε η ΕΣΗΕΑ αντιδρώντας στο νομοσχέδιο το οποίο, όπως σημειώνει, ουσιαστικά θεσμοθετεί «νέα ήθη» επί τα χείρω στη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, τις υπερωρίες, τις απολύσεις και τις απεργίες.

Συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας

Μπορεί η απεργία να προκηρύχτηκε για την ίδια ημέρα από τα συνδικάτα αλλά οι συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας θα γίνουν ξεχωριστά.

ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ και ΕΚΑ έχουν προγραμματίσει συλλαλητήριο στις 11 πμ στην Πλατεία Κλαυθμώνος με σύνθημα «Με εξαθλιωμένους εργαζόμενους , ανάπτυξη δε γίνεται»

Το ΠΑΜΕ έχει προγραμματίσει συγκέντρωση στις 10 πμ στα Προπύλαια με κεντρικό σύνθημα «ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΡΑΣΕΙ ΤΟ ΑΝΤΕΡΓΑΤΙΚΟ ΕΚΤΡΩΜΑ»

Όπως σημειώνει το ΠΑΜΕ σε ανακοίνωσή του «η κυβέρνηση χτυπάει την καρδιά των εργατικών δικαιωμάτων, διαλύει το 8ωρο, ξεμοναχιάζει τους εργαζόμενους απέναντι στα δόντια της εργοδοσίας, χτυπάει τη συνδικαλιστική δράση, τα σωματεία, το δικαίωμα στην απεργία! Δεν αφήνει τίποτα ανέγγιχτο».

Συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας θα γίνουν στη Θεσσαλονίκη (έξω από το εργατικό κέντρο) στο Ηράκλειο Κρήτης , στη Λάρισα και σε όλες τις μεγάλες πόλεις της χώρας.

Written by antiracistes

9 Ιουνίου, 2021 at 6:48 πμ

Αναρτήθηκε στις Uncategorized

10 Ιουνίου: Πανεργατική απεργία κατά του νομοσχεδίου Χατζηδάκη

leave a comment »

Μπάμπης Κοβάνης 

Όλες οι μεγάλες συνδικαλιστικές οργανώσεις, ΑΔΕΔΥ, ΕΚΑ, Ομοσπονδίες και Εργατικά Κέντρα, καθώς και Πρωτοβάθμια Σωματεία σε όλη τη χώρα, βρίσκονται σε ετοιμότητα για τη μεγάλη πανεργατική απεργία που θα πραγματοποιηθεί στις 10 Ιουνίου. Το αίτημα των εργαζομένων είναι η απόσυρση του νομοθετικού εκτρώματος Χατζηδάκη. Προχθές, Πέμπτη, οι ναυτεργάτες πραγματοποίησαν στάση εργασίας, τα πρωτοβάθμια σωματεία διαδήλωσαν στο κέντρο της Αθήνας το μεσημέρι, ενώ, το βράδυ, το ΠΑΜΕ πραγματοποίησε επίσης μεγάλη διαδήλωση στα Προπύλαια.

Στον χορό των κινητοποιήσεων μπαίνει τελικά και η ΓΣΕΕ, σύμφωνα με απόφαση της διοίκησης της συνομοσπονδίας, που ανακοινώθηκε στο τέλος Μαΐου. Η ηγετική ομάδα οδηγήθηκε σε αυτή την απόφαση μετά από μια μεγάλη χρονική καθυστέρηση και την απουσία της από τις κινητοποιήσεις του Νοεμβρίου και της Πρωτομαγιάς. Η συνέχιση της απουσίας της, προφανώς, θα δημιουργούσε δυσκολίες στις κινητοποιήσεις, καθώς είναι η μόνη οργάνωση που μπορεί να καλύψει πανελλαδικά την απεργία. Θα οδηγούσε, όμως, και την ίδια σε αδιέξοδο και στην πλήρη απομόνωση από τους εργαζόμενους. Η απόφασή της, τρεις ημέρες πριν από την κινητοποίηση της 3ης Ιουνίου που είχαν εξαγγείλει τα συνδικάτα, δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαία. Ενδεχομένως θα προκαλούνταν σύγχυση και πιθανόν διάσπαση του αγωνιστικού μετώπου.

Διεύρυνση του μετώπου

Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, όμως, έδειξαν ετοιμότητα και αποφασιστικότητα να συνεχίσουν τον αγώνα, διευρύνοντας το μέτωπο, αγκαλιάζοντας όλους τους εργαζόμενους και τις οργανώσεις τους κατά του νομοσχεδίου Χατζηδάκη. Αυτή τη διεύρυνση επιδίωκαν –και επέμεναν γι’ αυτήν από την αρχή, γιατί μόνον έτσι μπορεί να αναχαιτιστεί η κυβερνητική επέλαση. Για την ηγεσία της ΓΣΕΕ, η δέσμευσή της για κινητοποίηση ήταν μονόδρομος, μετά μάλιστα από την εξαίρετη δουλειά του Ινστιτούτου Εργασίας (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ) και των νομικών της συνομοσπονδίας, που τεκμηριώνουν το απαράδεκτο του νομοσχεδίου, έτσι όπως παρουσιάστηκε από την ίδια την ηγετική ομάδα, στις 25 Μαΐου, σε συνέντευξη Τύπου.

Πρόκειται για ένα νομοσχέδιο που «με τον φερετζέ της συμφιλίωσης της επαγγελματικής με την οικογενειακή ζωή […]επιχειρεί μια οριζόντια διάνοιξη ενός σκοτεινού τούνελ, που θα μετατρέψει σε κόλαση τον εργασιακό βίο εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων». Ο πρόεδρος της συνομοσπονδίας Γ. Παναγόπουλος αναφέρθηκε, μάλιστα, και σε μια σειρά «στοχευμένες νομικές κατασκευές και ιδεολογικές ακροβασίες του νομοσχεδίου, που δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα». Στο νομοσχέδιο περιλαμβάνονται ακόμα και φωτογραφικές διατάξεις για τη λειτουργία 31 επιχειρήσεων τις Κυριακές. Πρόκειται για διατάξεις που ικανοποιούν ιδιαίτερα συμφέροντα κλπ. Επίσης, διαπιστώνονται παραλείψεις και κενά στα ζητήματα «της βίας και παρενόχλησης στους χώρους εργασίας, της συμφιλίωσης της οικογένειας με την επαγγελματική ζωή, την τηλεργασία και την ψηφιακή κάρτα, που ακυρώνουν κάθε θετικό μέτρο που θα μπορούσαν να έχουν αυτές οι ρυθμίσεις».

Δυσαρέσκεια ακόμα και στην ΔΑΚΕ

Το νομοσχέδιο αυτό όχι μόνο δεν ικανοποιεί, αλλά, αντίθετα, στρέφει εναντίον του και τα στελέχη της κυβερνητικής παράταξης. Από την άποψη αυτή, έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον όσα είπε ο γ.γ. της ΓΣΕΕ, ο Ν. Κουτσιούκης, στα πλαίσια βέβαια της αρμοδιότητας που κατέχει, ο οποίος αναφέρθηκε σε δυο μεγάλα ζητήματα που συζητούνται σήμερα στην Ευρώπη. Αφενός, η καθιέρωση του κατώτατου μισθού σε όλες τις χώρες (με βάση τις δυνατότητές τους) για τη διασφάλιση μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης για τον καθένα, δηλαδή έναν μισθό που δεν μπορεί να είναι κάτω από τα όρια της φτώχειας και, αφετέρου, η ενίσχυση του θεσμού των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Η Ελλάδα θα έπρεπε να έχει ταχθεί υπέρ αυτών των θεσμών. Αντίθετα, «βαδίζει σε λάθος κατεύθυνση ή, μάλλον, βαδίζει στο άγνωστο».

Στη συνέχεια, ο Ν. Κουτσιούκης αναφέρθηκε σε μερικά μέτρα, που εάν εφαρμοστούν, θα επιφέρουν σοβαρά πλήγματα στους εργαζόμενους, όπως η ατομική διευθέτηση του χρόνου εργασίας, το ρεπό και οι υπερωρίες (150 ώρες ετησίως). Η εφαρμογή τους είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσουν τη μείωση των θέσεων εργασίας, τουλάχιστον κατά 20.000. Αναφέρθηκε επίσης στη μη επαναπρόσληψη των απολυμένων μετά από δικαστική απόφαση, γεγονός που αποτελεί βάναυση προσβολή της έννοιας του δικαίου και των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Άσκησε έντονη κριτική στην ποινικοποίηση της απεργίας, το προσωπικό ασφαλείας κατά 33%, την άρση της προστασίας των συνδικαλιστικών στελεχών και, τέλος, αναφέρθηκε στο ΣΕΠΕ –που θα έπρεπε να ενισχυθεί για να παίξει σωστά το ρόλο του.

«Γραμμένο στο γόνατο»

Για το τελευταίο, ο πρόεδρος Γ. Παναγόπουλος δήλωσε ότι άλλα συζήτησε με τον υπουργό, άλλα περίμενε για την ασφάλεια της εργασίας και τελικά… το ΣΕΠΕ μετατρέπεται σε ανεξάρτητη αρχή. «Δεν πρόκειται για σοβαρά πράγματα, γιατί η συγγραφή αυτού του άρθρου είναι ένα γονατογράφημα, δηλαδή γράφτηκε στο γόνατο», όπως είπε χαρακτηριστικά. Επιπροσθέτως, ο γ.γ. της ΓΣΕΕ αναρωτήθηκε «γιατί η κυβέρνηση προχωρεί σε τέτοιες αλλαγές;» και, μάλιστα, ζήτησε να μάθει ποιοι συνέβαλαν στη διαμόρφωση αυτού του νομοσχεδίου, στρέφοντας το βλέμμα του προς την εργοδοσία και τον ΣΕΒ, που έσπευσε να προβάλει και αυτός τις διεκδικήσεις του «γιατί δεν προβλέπεται καν η δυνατότητα της εργοδοσίας να ζητήσει τη διευθέτηση του χρόνου της εργασίας»! Κατά τη συνέντευξη Τύπου, η ηγεσία της ΓΣΕΕ επέμενε πως θα συνεχίσει να ασκεί τον θεσμικό της ρόλο, για τη βελτίωση του νομοσχεδίου. Παρόλο που η ίδια έχει διαπιστώσει τόσες παραλείψεις και προχειρότητες, καθώς και την εμμονή της κυβέρνησης να προχωρήσει χωρίς διαπραγμάτευση.

Για μαζικό, ευρύ μέτωπο των εργαζομένων

«Ανάπτυξη δεν γίνεται με εξαθλιωμένους εργαζόμενους». Με αυτό το σύνθημα στην αφίσα της, η ΓΣΕΕ καλεί τους εργαζόμενους να πάρουν μέρος στην απεργία της 10ης Ιουνίου. Ταυτόχρονα, προβάλλει και έναν μακροσκελή κατάλογο των πάγιων αιτημάτων των εργαζομένων, χωρίς να αποσαφηνίζεται ποιος είναι ο κεντρικός στόχος της απεργίας. Η μεθοδολογία αυτή δεν είναι ο καλύτερος τρόπος για να την υπεράσπιση του κεντρικού στόχου, δηλαδή να αποσυρθεί το νομοσχέδιο. Ωστόσο, η ηγεσία της ΓΣΕΕ γνωρίζει πως βρίσκεται μπροστά σε μια μεγάλη πρόκληση και πως το πρώτο βήμα της δεν μπορεί παρά να έχει συνέχεια. Τα ίδια τα γεγονότα θα δείξουν…

Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, ΑΔΕΔΥ, ΕΚΑ και Πρωτοβάθμια Σωματεία που βρίσκονται, το τελευταίο διάστημα, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σε κινητοποιήσεις, έχουν συνειδητοποιήσει την ανάγκη του ευρύτερου μετώπου των εργαζομένων χωρίς διακρίσεις, αποκλεισμούς και αντιπαραθέσεις. Η μάχη αυτή επιβάλλει σε κάθε οργάνωση, κίνηση ή παράταξη, να συμβάλει στην κοινή προσπάθεια ματαίωσης των σχεδίων της κυβέρνησης. Από αυτή την άποψη, δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί θετικό το κάλεσμα του ΠΑΜΕ στο οποίο τονίζεται η ανάγκη να «δυναμώσει ένα ενιαίο μέτωπο σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, που θα απαιτεί, εδώ και τώρα, την απόσυρση του αντεργατικού τερατουργήματος».

Όμως, το ενιαίο μέτωπο θα πρέπει να ενώνει όλους τους εργαζόμενους σε μια κοινή, μαζική, πολύχρωμη διαδήλωση, γιατί έτσι μπορεί να ακουστεί πιο δυνατά το σύνθημα «πάρτε πίσω το νομοσχέδιό σας». Αυτό το ενιαίο μέτωπο θα βρει ευρύτερη ανταπόκριση μέσα στην κοινωνία, τον επιστημονικό και τον πνευματικό κόσμο και, κυρίως, τη νεολαία, που θα πληγεί περισσότερο από κάθε άλλη κατηγορία και, ήδη, ασφυκτιά και αναζητεί μια διέξοδο.

dd

ff

Written by antiracistes

8 Ιουνίου, 2021 at 4:39 μμ

Αναρτήθηκε στις Uncategorized

Το νομοσχέδιο για τα εργασιακά θα είναι το τελειωτικό χτύπημα

leave a comment »

Μια πολύ ενδιαφέρουσα διαδικτυακή συζήτηση διοργάνωσε η Πρωτοβουλία για την υπεράσπιση της εργασίας, την Τρίτη 1 Ιουνίου, απέναντι στην κυβερνητική επίθεση που προωθείται με το νομοσχέδιο Χατζηδάκη. Πρωτοβουλία που δημιουργήθηκε από κοινωνικούς και πολιτικούς επιστήμονες ακριβώς λόγω του νέου νομοσχεδίου, που συνεχίζει και οξύνει μια μακρόχρονη γραμμή απορρύθμισης της εργασίας, που παγιώθηκε στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, όπως τόνισε η συντονίστρια της εκδήλωσης, Δήμητρα Λαμπροπούλου, ιστορικός στο ΕΚΠΑ. Οι ομιλητές, πέραν των γνωστών (απο)ρυθμίσεων –κατάργηση του 8ωρου, απλήρωτες υπερωρίες κτλ– ανέλυσαν και άλλα προβληματικά, λιγότερο γνωστά, σημεία του νομοσχεδίου, όπως και την εν γένει επικίνδυνη λογική που εισάγει στα εργασιακά.

Καταστροφικό και για την ανάπτυξη

Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, το 25% των εργαζομένων αμείβεται με έως 500 ευρώ τον μήνα (οι περισσότεροι εξ αυτών βρίσκονται στα 200-300 ευρώ) και ένα 15% με 500 έως 700 ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο Χρήστος Γούλας, διευθυντής του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ. Γεγονός που σημαίνει πως «ένα εκρηκτικό 39% αμείβεται κάτω από τον κατώτατο μισθό και βρίσκεται κάτω από τα όρια της απόλυτης και σχετικής φτώχειας, βάσει των διεθνών ορισμών». Επιπρόσθετα, το 17% εργάζεται με παρατεταμένο ωράριο, δηλαδή πάνω από 48 ώρες την εβδομάδα, όταν ο αντίστοιχος μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι στο 8%, ενώ ένα 33% εργάζεται και τα Σαββατοκύριακα (ευρωπαϊκός μέσος όρος 20%). Το ποσοστό κάλυψης δε των εργαζομένων με συλλογικές συμβάσεις είναι μόλις στο 20%, όταν η ευρωπαϊκή σύσταση προς τα κράτη–μέλη είναι για 70%.

«Αν, λοιπόν, σε αυτό το πλαίσιο δούμε και τον καινούργιο νόμο, είμαι βέβαιος πως τα επόμενα χρόνια θα υπάρχουν ελάχιστοι εργαζόμενοι που θα καλύπτονται από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Αυτό που χρειάζεται, είναι μέτρα που θα προστατεύουν την εργασία, αντί να την υπονομεύουν κι άλλο. Όχι μόνο για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης και προστασίας από τη φτώχεια, αλλά ακόμα και με όρους οικονομικής ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας. Όπως έχουν δείξει όλες οι έρευνες, η ανάπτυξη που βασίζεται σε συνεχή μείωση του εργασιακού κόστους, εκτός από παρωχημένο και συντηρητικό μοντέλο, είναι και αποτυχημένο παραγωγικά και οικονομικά. Το νομοσχέδιο αυτό θα είναι το τελειωτικό χτύπημα στην εργασία και την οικονομία», τόνισε, μεταξύ άλλων, ο Χρήστος Γούλας.

Αύξηση της ανεργίας

Τις αρνητικές επιπτώσεις του νομοσχεδίου στον χρόνο εργασίας, στον όγκο αυτής, στην ανεργία και στο εισόδημα των εργαζομένων, περιέγραψε με τη σειρά του ο Γιώργος Ιωαννίδης, οικονομολόγος στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε, την κρίση ήδη την είχαν πληρώσει οι μισθωτοί εργαζόμενοι, αφού το ποσοστό του μεριδίου της μισθωτής εργασίας στο Εθνικό Εισόδημα σε σχέση με το μερίδιο των κερδών των επιχειρηματιών έχει υποχωρήσει κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες την τελευταία δεκαετία. Αυτό συνέβη υπό το επιχείρημα πως μειώνοντας το κόστος εργασίας, θα έρχονταν επενδύσεις που θα ξαναζέσταιναν την οικονομία, όμως «από τα διαγράμματα φαίνεται ότι οι επενδύσεις είναι το αντίστροφο είδωλο των κερδών και αυξάνονται όταν τα κέρδη συμπιέζονται».

Βάσει αυτών των δεδομένων, λοιπόν, το νομοσχέδιο θα είναι καταστροφικό, ενώ υπογράμμισε την απουσία μελέτης επιπτώσεων του νομοσχεδίου από το υπουργείο Εργασίας: «Από την ποσοτικοποίηση των επιπτώσεων που κάναμε, προκύπτει πως οι δυνητικές απώλειες θα φτάσουν τουλάχιστον τις 38.000 θέσεις εργασίας, πλήρους απασχόλησης, ανεβάζοντας το ποσοστό ανεργίας κατά μία μονάδα. Το υπουργείο θεωρεί ότι είναι αυτό μια σωστή πολιτική για τη χώρα με το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας στην Ευρώπη;».

Κοινωνικός ακρωτηριασμός της χώρας

Την ανατροπή των βασικών αρχών του εργατικού δικαίου με το νομοσχέδιο Χατζηδάκη τόνισε ο ιστορικός του ΕΚΠΑ, Αντώνης Λιάκος, καθώς εισάγει την ατομική διαπραγμάτευση έναντι των συλλογικών. Στοιχείο που αφορά όλους τους μισθωτούς, «όχι μόνο όσους είναι βιομηχανικοί εργάτες ή όσους είναι πλήρους απασχόλησης».

Ταυτόχρονα, το νομοσχέδιο αλλάζει τον ρόλο του κράτους όσον αφορά την προστασία των εργαζομένων, αφού «μετατρέποντας το ΣΕΠΕ σε ανεξάρτητη αρχή, αποποιείται ουσιαστικά την ευθύνη του για τις εργασιακές σχέσεις στη χώρα, την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων. Είναι σαν να μετατρέπει αυτά τα ζητήματα σε θέματα διαιτησίας».

Τόνισε δε πως με την Ελλάδα να βρίσκεται ήδη στις τρεις πρώτες χώρες της Ευρώπης στις κοινωνικές ανισότητες, «με το νομοσχέδιο αυτό θα έχουμε έναν κοινωνικό ακρωτηριασμό της χώρας, οξύνοντας ακόμα περισσότερο τις ανισότητες αυτές». Ενώ υπογράμμισε το κρίσιμο σημείο στην στρατηγική της κυβέρνησης, που μπορεί να δεσμεύσει έτσι και όλες τις επόμενες. Το γεγονός, δηλαδή, ότι έχει θέσει τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου ως υποχρεώσεις που θα πρέπει να τηρηθούν από τη χώρα, ώστε να αποδεσμευθούν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης μετά την πανδημία.

Παραπλανητικές διατάξεις

Τον παραπλανητικό ρόλο κάποιων διατάξεων του νομοσχεδίου εξήγησε, μεταξύ άλλων, η Γεωργία Πετράκη, κοινωνιολόγος στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. «Η γλώσσα του νομοσχεδίου είναι πολλές φορές παραπλανητική. Ενώ μιλά, για παράδειγμα, για τη δημοκρατία στην εργασία, ενισχύει σημαντικά το διευθυντικό δικαίωμα. Αντίστοιχα, ενώ επικυρώνει διεθνείς συμβάσεις υγιεινής και ασφάλειας εργαζομένων, περνάει κι άλλες πολλές διατάξεις που καταργούν αυτά τα δικαιώματα».

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η επικύρωση σύμβαση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας ενάντια στη σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία, που το νομοσχέδιο τη θέτει σε ισχύ μόνο για τον ιδιωτικό τομέα και για επιχειρήσεις άνω των 20 ατόμων. Για τις υπόλοιπες, όπως και για τον δημόσιο τομέα, δημιουργεί ένα κενό, «με κίνδυνο να βρεθούμε πίσω και από το ισχύον νομοθετικό καθεστώς».

Ταυτόχρονα, το νομοσχέδιο είναι ανενδοίαστα μεροληπτικό υπέρ των εργοδοτών, διαταράσσοντας την κοινωνική δημοκρατία. «Τα συλλογικά δικαιώματα, η άσκηση συνδικαλιστικών ελευθεριών και τα δικαιώματα που προκύπτουν από τις συλλογικές διαπραγματεύσεις αποτελούν βασικούς μηχανισμούς εκδημοκρατισμού της χώρας. Τα συλλογικά δικαιώματα, μεταβιβάζοντας εξουσία από το κεφάλαιο στην εργασία, συνετέλεσαν στον μετριασμό των ταξικών ανισοτήτων. Το νομοσχέδιο μάς επιστρέφει σε έναν ανταγωνιστικό καπιταλισμό, που το κράτος προστατεύει το κεφάλαιο και ο εργαζόμενος πρέπει να τα βγάλει πέρα μόνος του».

Η υπόστασή μας στην υπηρεσία της αγοράς

Τέλος, ο Γιώργος Τσιώλης, κοινωνιολόγος στο Πανεπιστήμιο Κρήτης επισήμανε μεταξύ άλλων την επικίνδυνη αλλαγή στη θεώρηση του εργαζομένου που επιχειρείται μέσω του νομοσχεδίου, που θα έχει δομικές κοινωνικές επιπτώσεις στη ζωή όλων μας:

«Το νομοσχέδιο δεν αντιλαμβάνεται τον εργαζόμενο ως εξαρτημένο μέρος μιας δομικά άνισης κοινωνικής σχέσης, αλλά σαν αποσυλλογικοποιημένο επιχειρηματία του εαυτού του. Ειδικότερα, η διευθέτηση του χρόνου εργασίας παράγει ένα πρότυπο εργαζομένου διαρκώς διαθέσιμου και προσαρμοστικού στις εκάστοτε ανάγκες της επιχείρησης και τις μεταβολές τους. Η διάκριση εργασιακού και ελεύθερου χρόνου γίνεται τελείως διαπερατή. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με το κανονιστικό μοντέλο του νομοσχεδίου, ως εργατική δύναμη λογίζεται το σύνολο της υποκειμενικότητας του εργαζομένου. Δηλαδή οι ικανότητες, οι δεξιότητες, τα ταλέντα, το στυλ, η σεξουαλικότητά, ο χρόνος, ο χώρος του, όλος του ο εαυτός, τον οποίον θα πρέπει να θέσει στην υπηρεσία της επιχείρησης και της αγοράς».

https://www.epohi.gr/article/39989/to-nomoshedio-gia-ta-ergasiaka-tha-einai-to-teleiotiko-htyphma

Written by antiracistes

8 Ιουνίου, 2021 at 4:15 μμ

Αναρτήθηκε στις Uncategorized

Απορρύθμιση του χρόνου εργασίας: ποιος εξευρωπαϊσμός; Μαρία Καραμεσίνη

leave a comment »

Τι σημαίνει εξευρωπαϊσμός όταν στην Ευρώπη υπάρχουν διαφορετικά μοντέλα ρύθμισης και ευελιξίας του χρόνου εργασίας;
Με την επικείμενη ψήφιση του νομοσχεδίου για τα εργασιακά από τη Βουλή, η κυβέρνηση ολοκληρώνει τις θεσμικές αλλαγές που προέβλεπε στο ακραία νεοφιλελεύθερο σχέδιο των Μνημονίων που επέφερε βαθμιαία την αποκαθήλωση του πλέγματος προστασίας της εργασίας που διαμορφώθηκε από τους αγώνες της Μεταπολίτευσης, τη διάλυση των συνδικάτων και την εμπέδωση ενός νέου μοντέλου εξατομικευμένων εργασιακών σχέσεων.

Εκσυγχρονισμός και εξευρωπαϊσμός είναι οι λέξεις – κλειδιά που χρησιμοποιούν ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Εργασίας για να συνοψίσουν το πνεύμα της αντιμεταρρύθμισης. Τι σημαίνει όμως εξευρωπαϊσμός όταν στην Ευρώπη υπάρχουν διαφορετικά μοντέλα ρύθμισης και ευελιξίας του χρόνου εργασίας; Ποιος εξευρωπαϊσμός δικαιολογεί την ταυτόχρονη αύξηση του πλαφόν των υπερωριών και τη θέσπιση του ελαστικού ωραρίου με ατομική σύμβαση που ζητούν επί χρόνια ο ΣΕΒ και οι τουριστικές επιχειρήσεις αντίστοιχα;

Κάθε συζήτηση για την ευελιξία του χρόνου εργασίας στην Ελλάδα οφείλει να ξεκινάει από το γεγονός ότι είναι η χώρα της Ε.Ε. που, από τη δεκαετία του 1980, παρέχει τη μεγαλύτερη ελευθερία στις επιχειρήσεις για την επιβολή ενός μεγάλου όγκου υπερωριών στους εργαζόμενους μέσα από τον μοναδικό σε πανευρωπαϊκό επίπεδο θεσμό της υπερεργασίας. Οι εργαζόμενοι είναι υποχρεωμένοι να παρέχουν μία ώρα υπερεργασίας την ημέρα και 5 ή 6 ώρες την εβδομάδα, που αντιστοιχεί σε περίπου 250 ώρες ετησίως, στις οποίες προστίθεται το πλαφόν των νόμιμων υπερωριών (96 ώρες στη βιομηχανία και 120 στις υπηρεσίες) που τυπικά χρειάζονται τη συγκατάθεση του εργαζόμενου. Με το νομοσχέδιο Χατζηδάκη και την ενοποίηση του πλαφόν στις 150 ώρες, ο συνολικά επιτρεπόμενος χρόνος εργασίας καθ’ υπέρβαση του κανονικού ωραρίου θα ανέβει στις 400 ώρες ετησίως. Στις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. το πλαφόν των υπερωριών κυμαίνεται από 80 μέχρι 250 ώρες τον χρόνο, με εξαίρεση την Ουγγαρία, την Πολωνία και τη Σλοβακία, που μόλις πριν λίγα χρόνια το ανέβασαν από τις 250 ώρες στις 400.

Η κυβέρνηση λοιπόν ακολουθεί κατά πόδας τους ανατολικοευρωπαίους εταίρους ως προς το πλαφόν των υπερωριών, ενώ μεταφράζει τη ρητή υπόδειξη της έκθεσης Πισσαρίδη για ευθυγράμμιση του κόστους των υπερωριών με τις άλλες χώρες της Ε.Ε. ως πλήρη απάλειψη του κόστους των υπερωριών μέσω της ευέλικτης διευθέτησης του χρόνου εργασίας με ατομική συμφωνία εργαζόμενου – εργοδότη και την ανταλλαγή της αποζημίωσης με ρεπό.

Κι εδώ όμως η ευρωπαϊκή εμπειρία διαστρεβλώνεται από την κυβέρνηση κατά βούληση. Κατ’ αρχάς ο Κ. Χατζηδάκης παραπλανά μιλώντας για το 57% των εργαζομένων που κατά μέσο όρο στην Ε.Ε. έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν τον χρόνο έναρξης και αποχώρησης από την εργασία (flexitime), αντίθετα με την Ελλάδα, που το ποσοστό είναι μικρό. Αυτό το μέτρο, που ισχύει στη χώρα μας στο Δημόσιο και θα μπορούσε κάλλιστα να εφαρμοστεί στον ιδιωτικό τομέα, δεν ρυθμίζεται από το νομοσχέδιο.

Δεύτερον, πολλές χώρες της πρώην Ε.Ε. των δεκαπέντε κρατών – μελών εφάρμοσαν ήδη από τη δεκαετία του 1990 μοντέλα ευέλικτης διευθέτησης του χρόνου εργασίας σε επίπεδο επιχείρησης, ενώ τις δύο τελευταίες δεκαετίες έχουν αναπτύξει «ατομικούς λογαριασμούς χρόνου εργασίας», «τράπεζες χρόνου εργασίας» και άλλα σχήματα που παρέχουν τη δυνατότητα στον εργαζόμενο να κάνει επιλογές ως προς τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας του. Ωστόσο, όλα αυτά τα σχήματα, των οποίων οι κανόνες είναι περίπλοκοι και η ισορροπία συμφερόντων εργοδοτών και εργαζομένων είναι δύσκολο να επιτευχθεί και η υλοποίησή τους απαιτεί σύστημα διαρκούς εποπτείας και ελέγχου, ιδίως σε μεγάλους εργασιακούς χώρους, έχουν εφαρμοστεί μέσω ενός συνδυασμού κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας, συμφωνιών σε επίπεδο επιχείρησης μεταξύ σωματείου / συμβουλίου εργαζομένων και διεύθυνσης και διαδικασιών βάσης που αποτύπωσαν τις ανάγκες και τις προτιμήσεις των εργαζομένων.

Αντιθέτως, στις περισσότερες χώρες της ανατολικής Ευρώπης και της Βαλτικής, όπου ο βαθμός συμμετοχής των εργαζομένων σε συνδικάτα και η κάλυψή τους από συλλογικές συμβάσεις εργασίας είναι σχεδόν ανύπαρκτα, τα σχήματα αυτά εισήχθησαν με νόμο και μέσω ατομικής σύμβασης. Το ίδιο επιχειρεί και το νομοσχέδιο Χατζηδάκη στην Ελλάδα. Όμως η εφαρμογή της ατομικής διευθέτησης του χρόνου εργασίας σ’ αυτές τις χώρες έχει οδηγήσει σε απορρύθμιση των ωραρίων και του χρόνου εργασίας και στην επιβολή των αναγκών ευελιξίας των επιχειρήσεων στη ρύθμιση του χρόνου εργασίας των μισθωτών.

Εν κατακλείδι, η ευρωπαϊκή εμπειρία των ευέλικτων σχημάτων διευθέτησης του χρόνου εργασίας, που δίνουν στους εργαζόμενους δικαίωμα διευθέτησης του χρόνου εργασίας εντός κάποιων ορίων, έχει δείξει ότι αυτό είναι αδύνατο να ασκηθεί στην πράξη παρά μόνο όταν οι εργαζόμενοι διαθέτουν συλλογική εκπροσώπηση και σαφές πλαίσιο κανόνων που περιορίζει το διευθυντικό δικαίωμα. Δεν μπορεί δηλαδή να ασκηθεί σε χώρες όπως η Ελλάδα, όπου μόνο το 15% των μισθωτών (και ακόμα μικρότερο ποσοστό στον ιδιωτικό τομέα) καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας, τα συνδικάτα είναι ανύπαρκτα στους χώρους εργασίας και ήδη ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των εργαζομένων που εργάζονται υπερωριακά δεν αμείβονται για τις υπερωρίες τους.

Αυτό το γνωρίζει η κυβέρνηση της Ν.Δ., που τάχα επικαλείται τον εξευρωπαϊσμό, ενώ συνειδητά προωθεί την απορρύθμιση του χρόνου εργασίας με την ανακύκλωση του καθεστώτος των απλήρωτων υπερωριών στο σύστημα ατομικής διευθέτησης του χρόνου εργασίας, καθώς και την εδραίωση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου λειτουργίας της αγοράς εργασίας χωρίς συνδικάτα και συλλογικές διαπραγματεύσεις που έχουν ήδη εγκαταστήσει στην ανατολική Ευρώπη οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις μετά την πτώση του Τείχους.

  • Η Μαρία Καραμεσίνη είναι καθηγήτρια Παντείου Πανεπιστημίου, πρώην πρόεδρος και διοικήτρια ΟΑΕΔ

https://www.avgi.gr/oikonomia/388751_aporrythmisi-toy-hronoy-ergasias-poios-exeyropaismos

Written by antiracistes

7 Ιουνίου, 2021 at 6:54 πμ

Αναρτήθηκε στις Uncategorized

Διαδικτυακή συζήτηση της Πρωτοβουλίας για την υπεράσπιση της εργασίας

leave a comment »

Διαδικτυακή συζήτηση της Πρωτοβουλίας για την υπεράσπιση της εργασίας



Πρωτοβουλία για την υπεράσπιση της εργασίας σας προσκαλεί σε διαδικτυακή συζήτηση σχετικά με το νομοσχέδιο Χατζηδάκη την Τρίτη 1 Ιουνίου 2021, στις 8 μ.μ. Μέσα στα έκτακτα μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας, σε μια περίοδο εκτεταμένης ανεργίας, επισφάλειας και μείωσης των αποδοχών, η κυβέρνηση προωθεί με το νομοσχέδιο Χατζηδάκη μια μεγάλης έκτασης επίθεση στα εργασιακά ζητήματα. Συνεχίζει με αυτόν τον τρόπο μια μακρόχρονη γραμμή απορρύθμισης της εργασίας, που παγιώθηκε στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, ενώ συνάμα εισάγει νέες τομές, όπως είναι η κατάργηση του οκταώρου, η δραστική ενίσχυση του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη, η γραφειοκρατικοποίηση της συνδικαλιστικής λειτουργίας, η ουσιαστική αφαίρεση της δυνατότητας των συνδικάτων να υπογράφουν συλλογικές συμβάσεις εργασίας, η ποινικοποίηση των απεργιών.Για τα ζητήματα αυτά θα μιλήσουν οι:Χρήστος Γούλας (διευθυντής ΙΝΕ/ΓΣΕΕ)Γιώργος Ιωαννίδης (οικονομολόγος, Πάντειο Πανεπιστήμιο)Αντώνης Λιάκος (ιστορικός, ΕΚΠΑ)Γεωργία Πετράκη (κοινωνιολόγος, Πάντειο Πανεπιστήμιο)Γιώργος Τσιώλης (κοινωνιολόγος, Πανεπιστήμιο Κρήτης)Συντονίζει η ιστορικός Δήμητρα Λαμπροπούλου (ΕΚΠΑ). Θα ακολουθήσει συζήτηση.Μπορείτε να παρακολουθήσετε ζωντανά τη συζήτηση μέσω του συνδέσμουhttps://us02web.zoom.us/meeting/register/tZYtdOGrqDsuGN2BpATapgM8wLOt6UvS1og6
και από την σελίδα της Πρωτοβουλίας στο facebook https://www.facebook.com/Protovouliayperaspisiergasia/

Written by antiracistes

2 Ιουνίου, 2021 at 7:50 πμ

Αναρτήθηκε στις Uncategorized

Χαμένα ένσημα και άφαντα επιδόματα για τους ξεναγούς (Στρατής Ηλιάκης, Εποχή, 30 Μαΐου, 2021)

leave a comment »

Ο κλάδος των ξεναγών –εξαιτίας της πανδημίας και των περιοριστικών μέτρων– είναι αντιμέτωπος με παρατεταμένη ανεργία και διαρκή ανασφάλεια. «Το 2020 πήραμε συνολικά για όλους τους 12 μήνες ανεργίας, το απίστευτο ποσό των 1.800 ευρώ. Είμαστε σχεδόν 18 μήνες άνεργοι με την ανεργία στο 100%», αναφέρει στην «Εποχή» ο πρόεδρος του Σωματείου Διπλωματούχων Ξεναγών, Κρίτων Πιπέρας.

Η πορεία του φετινού τουρισμού θα είναι καθοριστική για την οικονομική κατάσταση των διπλωματούχων ξεναγών και την επιβίωση του κλάδου. «Ευελπιστούμε σε μια καλύτερη χρονιά σε σχέση με πέρυσι που ήταν καταστροφική. Το 95% των ξεναγών δεν έκανε ούτε ένα τουρ την περυσινή χρονιά», σχολιάζει στην «Εποχή» η Άννα Βασιλάκη, αντιπρόεδρος της Ένωσης Διπλωματούχων Ξεναγών Ιονίων νήσων και Δυτικής Ελλάδας. Παραμένει αισιόδοξη για τη φετινή χρονιά με βάση μερικές πρώτες ενδείξεις. «Στην ουσία ο τουρισμός ακόμα δεν έχει ξεκινήσει. Φαίνονται θετικά τα πρώτα σημάδια αλλά ακόμα περιμένουμε. Φέτος τα πράγματα φαίνονται καλύτερα. Ήδη στη Κέρκυρα έχουν προσεγγίσει τέσσερα κρουαζιερόπλοια την τελευταία εβδομάδα».

Ο υπουργός Τουρισμού Χάρης Θεοχάρης, απαντώντας στο κοινοβούλιο σε επίκαιρη ερώτηση της βουλεύτριας του ΣΥΡΙΖΑ Κατερίνας Νοτοπούλου, διαβεβαίωσε πως «η κυβέρνηση θα παράσχει κανονικά στους ξεναγούς την οικονομική στήριξη την οποία δικαιούνται για το 2020. Ωστόσο, το μεγαλύτερο δώρο δεν είναι τα επιδόματα, είναι το να έχουν οι ξεναγοί τη δυνατότητα να εργάζονται, να μπορούν να ασκούν το επάγγελμά τους με το άνοιγμα του τουρισμού […] ο ελληνικός τουρισμός ανοίγει με σχέδιο και μάλιστα γίνεται αποδέκτης συγχαρητηρίων από τη διεθνή κοινότητα για την ασφάλεια την οποία παρέχει […] δεν παρατηρείται κανένα πρόβλημα με το άνοιγμα του τουρισμού», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Με επιφυλάξεις και κριτική για την καθυστέρηση καταβολής των επιδομάτων αντιδρούν οι ξεναγοί στις δεσμεύσεις του υπουργού. «Τα επιδόματα του 2020 είναι λεφτά που δεν έχουμε πάρει. Τα αναμένουμε. Προφορικά έχει δεσμευτεί. Περιμένουμε και το τυπικό του πράγματος. Το πρόβλημά μας ήταν γνωστό. Δεν ξέρω γιατί άργησε τόσο πολύ να δοθεί λύση. Μακάρι έστω και αναδρομικά να έρθουν αυτά τα λεφτά», τόνισε η κ. Βασιλάκη, ενώ σε αντίστοιχο τόνο ήταν και η αντίδραση του κ. Πιπέρα: «Πέρα από τη διαβεβαίωση αυτή του υπουργού δεν έχουμε δει καμία ουσιαστική κίνηση. Δεν έχει βγει καμία υπουργική απόφαση, δεν έχει ανοίξει κάποια πλατφόρμα. Όλα τα υπόλοιπα είναι ακόμα στο “θα”. Μέσα στο 2021 πήραμε το επίδομα των 534 ευρώ για τον Ιανουάριο και το Φεβρουάριο. Έχει υποσχεθεί ο κ. Χατζηδάκης και ανακοινώθηκε, χωρίς όμως να έχει ανοίξει η πλατφόρμα ότι θα πάρουμε και το Μάρτιο και τον Απρίλιο και το Μάιο, όμως και εκεί είμαστε στο περίμενε».

Ωστόσο πέρα από τα προβλήματα των μη καταβληθέντων επιδομάτων, οι ξεναγοί έμειναν και χωρίς ένσημα όλο αυτό το διάστημα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το ταμείο ανεργίας του ΟΑΕΔ αλλά και τη συνταξιοδότηση. «Πήραμε μόνο 50 ένσημα συνολικά για τα δύο επιδόματα που πήραμε Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του 2020, τα οποία δεν μας εξασφαλίζουν δυστυχώς το επίδομα ανεργίας του ΟΑΕΔ για το 2021. Σχεδόν δύο χρόνια ενσήμων έχουν χαθεί. Είναι δύο χρόνια χαμένα», επισημαίνει ο πρόεδρος Σωματείου Διπλωματούχων Ξεναγών.

Τα υγειονομικά πρωτόκολλα δημιουργούν επιπλέον πρακτικά προβλήματα στον τρόπο εξάσκησης του επαγγέλματος. «Ενώ ένα τουριστικό λεωφορείο που έχει 50 θέσεις μπορεί να έχει χωρητικότητα 85%, δηλαδή μέχρι 42 άτομα. Σε αρχαιολογικούς χώρους επιτρέπεται να ξεναγηθούν μάξιμουμ 15 άτομα, ενώ στα μουσεία μάξιμουμ οκτώ. Τί σημαίνει αυτό; Ότι αν κάνουμε ένα μονοήμερο ταξίδι στους Δελφούς με 42 άτομα στο πούλμαν. Φτάνοντας στους Δελφούς απαγορεύεται ο ξεναγός να ξεναγήσει και τους 42. Πρέπει να σπάσει το γκρουπ σε τρία μέρη. Στο μουσείο θα πρέπει να σπάσει ακόμα περισσότερο σε έξι γκρουπ», σχολιάζει ο κ. Πιπέρας.

Τα αυστηρά χρονικά πλαίσια μιας περιηγητικής τουριστικής ομάδας και οι περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες των τουριστικών γραφείων να παρέχουν περισσότερους ξεναγούς σε μικρότερες ομάδες εντείνουν το πρόβλημα της απασχόλησης των περίπου 3.000 ξεναγών που δραστηριοποιούνται αυτή τη στιγμή στη χώρα.

https://www.epohi.gr/article/39905/hamena-enshma-kai-afanta-epidomata-gia-toys-xenagoys

Written by antiracistes

1 Ιουνίου, 2021 at 9:04 πμ

Αναρτήθηκε στις Uncategorized

Η Πρωτοβουλία Εργαζομένων Πανεπιστημίου Αθηνών καταγγέλλει την απόλυση του Κ.Μ., από την εργολαβική εταιρεία MyServices, στην οποία εργαζόταν ως φύλακας στην Πρυτανεία από το 2018.

leave a comment »

Η Πρωτοβουλία Εργαζομένων Πανεπιστημίου Αθηνών καταγγέλλει την απόλυση του Κ.Μ., από την εργολαβική εταιρεία MyServices, στην οποία εργαζόταν ως φύλακας στην Πρυτανεία από το 2018. Μάλιστα, όπως επισημαίνουν σε ανακοίνωσή τους, ο συνάδελφος τους «δεν απολύθηκε τυχαία».

Και παραθέτουν συγκεκριμένα επιχειρήματα ως προς αυτή τη διαπίστωση: «όταν, το 2019, η Επιθεώρηση Εργασίας (ΣΕΠΕ) ήρθε στην Πρυτανεία μετά από καταγγελία καθαρίστριας, ο Κ.Μ. μίλησε ανοιχτά για τις συνθήκες εργασίας στο ΕΚΠΑ μέσω της εργολαβικής MyServices. Τότε η εταιρεία άσκησε έντονες πιέσεις για να αλλάξει την κατάθεσή του, αλλά ο συνάδελφος αρνήθηκε». Όπως επίσης καταγγέλλεται από την Πρωτοβουλία, αποτελεί «πάγια τακτική της MyServices, η υπεξαίρεση ποσών από το μηνιαίο μισθό των εργαζομένων, η μη καταβολή επιδομάτων αδείας και υπερωριών και η μη χορήγηση ημερών άδειας, παρά μόνο αν δεχτεί ο/η υπάλληλος να είναι άνευ αποδοχών. Αυτά προκύπτουν αν αντιπαραβάλλει κανείς τα εκκαθαριστικά σημειώματα που καταθέτει στο ΕΚΠΑ η εταιρεία με τις καταθέσεις στο λογαριασμό του υπαλλήλου.

Παράλληλα, επισημαίνεται ότι «τον Ιανουάριο του 2021, ο συνάδελφος πέφτει στο “βαρύ αμάρτημα” να χρειαστεί αναρρωτική άδεια. Ως απάντηση, η εταιρεία τον αφήνει εκτός προγράμματος και τον καλεί στα γραφεία της για να τον “συνετίσει”. Ο Κ.Μ. αρνείται να προσέλθει, δηλώνει πως αν δεν τον επαναφέρουν θα τους καταγγείλει και η εταιρεία τον απειλεί αναφέροντας ότι γνωρίζει που μένει και πως θα του κάνει μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση. Λίγες μέρες μετά ο συνάδελφος προχωρά σε καταγγελία στο ΣΕΠΕ. H εταιρεία απαντά με εξώδικο, με το οποίο καλεί τον εργαζόμενο να προσέλθει στο Σισμανόγλειο για εργασία την επόμενη, αλλιώς θα θεωρήσει ότι ο εργαζόμενος αποχώρησε οικειοθελώς. Το εξώδικο όμως το στέλνει επίτηδες σε παλαιότερη διεύθυνση ώστε να μη λάβει γνώση ο Κ.Μ., παρόλο που η νέα του διεύθυνση της ήταν γνωστή, αφού είχε στείλει στο παρελθόν υπηρεσιακό αυτοκίνητο να τον παραλάβει από εκεί. Ο εργαζόμενος επί της ουσίας απολύεται.»

Εν συνεχεία όταν ο εργαζόμενος προσέφυγε στο ΣΕΠΕ, «αποδείχθηκε ότι δεν πληρωνόταν ούτε άδειες, ούτε επιδόματα και βεβαίως ούτε υπερωρίες, παρά τις αυξομειώσεις του προσωπικού. Οι άδειες, όταν δίνονταν, είχαν τη μορφή αδειών άνευ αποδοχών. Το ΣΕΠΕ συνέταξε φάκελο για τον εισαγγελέα…

Η Πρωτοβουλία Εργαζομένων Πανεπιστημίου Αθηνών, όμως, προχωρά αποδίδοντας και ευθύνες στη Διοίκηση του ΕΚΠΑ, αφού όπως υπογραμμίζουν «έχει στα χέρια της εργαλεία για να διαπιστώσει τί πραγματικά συμβαίνει. Συγκρίθηκε ποτέ η μισθοδοσία υπαλλήλων με τις καταθέσεις που γίνονται στους λογαριασμούς τους; Υπάρχουν διαφορές και είναι φανερό ότι η εταιρεία υπεξαιρεί χρήματα από τους μισθούς τον εργαζομένων. Αρκεί να συγκρίνει κανείς το πρόγραμμα εργασίας και τις παρουσίες στο βιβλίο συμβάντων, για να διαπιστώσει ότι υπάρχουν παράνομες υπερωρίες που δεν πληρώνονται, πόστα που θεωρητικά έχουν άτομα αλλά είναι κενά και διάφορες άλλες ατασθαλίες. Με το πρόγραμμα και το βιβλίο συμβάντων μπορεί επίσης η Διοίκηση του ΕΚΠΑ να διαπιστώσει αν οι άδειες που δίνονται εφαρμόζονται ορθώς.»

Μάλιστα συνεχίζει η Πρωτοβουλία διερωτώμενη «τι γίνεται με τις επιτροπές που είχαν επιφορτιστεί με το έργο ελέγχου της εργολαβίας; Η επιτροπή αυτή δεν λειτούργησε ποτέ, με προφανή ευθύνη της Πρυτανείας. Παράλληλα, είχε συγκροτηθεί μια τριμελής επιτροπή για να ελέγχει τη συμμόρφωση της εταιρείας ως προς τα συμφωνηθέντα στη σύμβαση και την εργατική νομοθεσία. Σύμφωνα με το συνάδελφο, μέλος της επιτροπής είχε ενημερωθεί για τα καθέκαστα. Δεν μάθαμε ποτέ τα αποτελέσματα της εποπτείας της επιτροπής.»

Τέλος, επισημαίνεται ότι «στη Myservices έχουν καταλογιστεί πολλά πρόστιμα από το ΣΕΠΕ ύψους δεκάδων χιλιάδων ευρώ και δεν γνωρίζουμε καν πόσες υποθέσεις έχουν φτάσει στον εισαγγελέα.

Η ανακοίνωση της Πρωτοβουλίας καταλήγει καλώντας το ΕΚΠΑ «να ελέγξει όλα τα παραστατικά, τις βεβαιώσεις και τα παρουσιολόγια και να κάνει την αντιπαραβολή των ποσών που πλήρωσε για τον εργαζόμενο και αυτών που η εταιρεία πλήρωσε για την ίδια εργασία.

Να κηρύξει άμεσα το ΕΚΠΑ έκπτωτο τον εργολάβο (όπως έχει άλλωστε δεσμευτεί η Διοίκηση σε περίπτωση παρανομίας εκ μέρους της εταιρείας), να ζητήσει την κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής και να αποδώσει απευθείας τα χρήματα στον εργαζόμενο σύμφωνα με τα νομίμως οφειλόμενα.

Να ενεργοποιηθεί επιτέλους η διαπαραταξιακή επιτροπή που θα ελέγξει τα πεπραγμένα της εταιρείας σε όλους τους τομείς (εργασιακούς και οικονομικούς).

Να φύγουν οι εργολάβοι και να γίνουν απευθείας προσλήψεις των εργολαβικών εργαζομένων από το ΕΚΠΑ.»

https://www.epohi.gr/article/39907/ekdikhtikh-apolysh-ergazomenoy-apo-ergolavo-sto-ekpa

Written by antiracistes

1 Ιουνίου, 2021 at 8:36 πμ

Αναρτήθηκε στις Uncategorized

Άρης Καζάκος: «Το κράτος μετατρέπεται σε εργαλείο από-προστασίας της εργασίας» (Ιωάννα Δρόσου, Παύλος Κλαυδιανός, Eποχή, 30 Μαΐου, 2021)

leave a comment »

Παρουσιάζεται το νομοσχέδιο από την κυβέρνηση ως μια μεταρρύθμιση προς την κατεύθυνσης της προστασίας της εργασίας και του εργαζομένου. Έχετε χαρακτηρίσει το νομοσχέδιο ως βαθιά αντιμεταρρύθμιση. Που στηρίζεται αυτό;

Το αν μια νομοθετική παρέμβαση είναι μεταρρυθμιστική ή αντιμεταρρυθμιστική προκύπτει όχι από το όνομα που δίνει ο συντάκτης της, αλλά από το περιεχόμενο. Βάσει αυτού σας λέω κατηγορηματικά ότι πρόκειται για μια βαθιά αντιμεταρρύθμιση σε ό,τι αφορά το θεσμικό πλαίσιο της εργασίας. Μάλιστα, το νομοσχέδιο της κυβέρνησης πρέπει να το δούμε κάνοντας ένα βήμα πίσω και ανατρέχοντας όχι μόνο στα πρώτα μέτρα της διακυβέρνησης της ΝΔ, δηλαδή στην κατάργηση του βάσιμου λόγου και της συνευθύνης, που επίσης ήταν ρήξεις με δίκαιες ρυθμίσεις που είχαν έρθει από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στον νόμο 4635/2019, με τον οποίο η κυβέρνηση χτύπησε στην καρδιά τους τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και τη διαιτησία. Εισήγαγε με τον νόμο αυτό ένα πυκνό πλέγμα εξαιρέσεων από συλλογικές συμβάσεις και έτσι πολλές επιχειρήσεις πλέον να μπορούν να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής των συλλογικών συμβάσεων, με αποτέλεσμα αυτές να μην μπορούν να αναπτύξουν την κανονιστική τους εμβέλεια και την προστατευτική τους λειτουργία. Το ίδιο έκανε η κυβέρνηση και με τη διαιτησία, ακρωτηριάζοντας το δικαίωμα μονομερούς προσφυγής. Ελλείψει αυτών των δύο, ως διαπλαστικός ρυθμιστικός παράγοντας μένει η ατομική σύμβαση εργασίας. Μένει, δηλαδή, εκείνο το εργαλείο, το οποίο απωθήθηκε ήδη από τις απαρχές της δημιουργίας των εργατικών δικαίων, στις αρχές του 19ου αιώνα. Όταν στον 21ο αιώνα ξαναγυρνάμε στην ατομική σύμβαση εργασίας, τότε κάτι σάπιο υπάρχει.

Κατόπιν, η κυβέρνηση συνέχισε στην ίδια ρότα με δύο εμβληματικά νομοθετήματα για τη ΔΕΗ και τα ΕΛΤΑ, όπου ορίζεται ρητά πλέον ότι όσοι προσλαμβάνονται εφεξής δεν θα υπάγονται στους κανονισμούς εργασίας και στις επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις της ΔΕΗ και των ΕΛΤΑ, άρα οι όροι εργασίας τους θα ρυθμίζονται με ατομικές συμβάσεις. Αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, ότι μόνο τυχαία δεν ήταν η κατάληξή μας στις ατομικές συμβάσεις εργασίας, αλλά ήταν εξαρχής το σκοπούμενο αποτέλεσμα. Και αυτό επιβεβαιώνεται και με το παρόν νομοσχέδιο.

Πώς επιβεβαιώνεται;

Με πάρα πολλούς τρόπους. Δείτε τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας για την αναίρεση του οχταώρου. Αυτή πια θα γίνεται με ατομική σύμβαση εργασίας. Ο κ. Χατζηδάκης, με τον προπαγανδιστικό οίστρο που τον έχει καταλάβει, μας λέει ότι διευθέτηση του χρόνου εργασίας υπάρχει από τη δεκαετία του ’90. Παραλείπει, όμως, να πει ότι αυτή μπορούσε να γίνει μόνο με συλλογική συμφωνία. Και ακόμη παραλείπει να πει ότι αυτή η διάταξη δεν περπάτησε στην πράξη, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων, ακριβώς γιατί οι συνδικαλιστικές οργανώσεις δεν ανέλαβαν το ρίσκο και κυρίως την ευθύνη να συμφωνήσουν την αναίρεση του 8ώρου. Όπως και να το κάνουμε, η διευθέτηση με την παροχή δωρεάν εργασίας με αντάλλαγμα μόνο μειωμένο ωράριο σε άλλες μέρες, πρόσθετο χρόνο ανάπαυσης ή άδειες αναψυχής είναι μια βαθιά τομή στα του χρόνου εργασίας. Αυτό βέβαια πλήττει συγχρόνως και βασικά εργαλεία δημιουργίας θέσεων εργασίας, δηλαδή την πολιτική του χρόνου εργασίας. Σε άλλο σημείο του νομοσχεδίου αναφέρεται πως με ατομική σύμβαση εργασίας μπορούν να συμφωνούν εργαζόμενος και εργοδότης άδεια χωρίς αποδοχές για ένα χρόνο, άδεια που μπορεί ανανεώνεται χωρίς χρονικό όριο, πρακτικά επ’ αόριστον. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι ένα ισχυρό διευθυντικό δικαίωμα που έχει ο εργοδότης, με το ισχύον δίκαιο, να θέτει το προσωπικό του σε διαθεσιμότητα μέχρι τρεις μήνες το χρόνο πληρώνοντας τις μισές αποδοχές, τώρα μετατρέπεται σε ένα ολοκληρωτικό εργαλείο, που επιβάλλει ακραία επισφάλεια στον εργαζόμενο, χωρίς τα αναχώματα της διαθεσιμότητας του νόμου 3198/1955.

Οι διατάξεις της απαξίωσης της διαιτησίας και των μηχανισμών ελέγχου του ΣΕΠΕ, όπως και η πρόκριση των ατομικών συμβάσεων στέλνουν σήμα πως παύει να είναι η εργασία υπό την εποπτεία και τον έλεγχο του υπουργείου Εργασίας και επομένως του κράτους;

Το κράτος αναιρώντας ουσιαστικά την προστατευτική λειτουργία του νόμου και μετατρέποντάς τον σε εργαλείο στα χέρια του ισχυρού δεν εγκαταλείπει απλώς το ρόλο του, αλλά επιβάλλει την αντιστροφή του ρόλου του από εργαλείο προστασίας σε εργαλείο αποπροστασίας. Από αυτή την αντιστροφή του ρόλου δεν ωφελείται η οικονομία, το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει, υπονομεύεται η δεξαμενή από την οποία αρδεύονται και οι ίδιες οι επιχειρήσεις. Ωφελούνται ελάχιστοι, αυτές είναι οι ολιγαρχικές αποφύσεις και αυτού του νομοσχεδίου. Ουσιαστικά συνεχίζεται η μνημονιακή πολιτική εσωτερικής υποτίμησης δια της μείωσης των μισθών – γιατί αυτό κάνει η κυβέρνηση– και συγχρόνως αποσυναρμολογούνται οι μηχανισμοί του εργατικού δικαίου, προκειμένου να υιοθετηθούν οι προτάσεις του ΣΕΒ. Αυτή η κυβέρνηση έχει παραχωρήσει ατύπως νομοθετική πρωτοβουλία στο ΣΕΒ, αρκεί να δει κανείς τα μέτρα που προτείνει ο ΣΕΒ στις εκθέσεις και τις έρευνές του και πώς αυτά τα μέτρα υλοποιούνται στη συνέχεια από την κυβέρνηση. Αλλά το περιεχόμενο του νομοσχεδίου, όπως και το περιεχόμενο του Ν. 4635/2019 δεν ωφελεί όλα τα μέλη του ΣΕΒ, αλλά λίγα. Ένα μεγάλο μέρος των μελών του ΣΕΒ είναι οι επιχειρηματίες της παραγωγικής οικονομίας, η οποία θα υποφέρει ξανά, όπως υπέφερε και στην περίοδο των μνημονίων με την πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης. Σας θυμίζω ότι τότε έκλεισαν εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις, καθώς οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν εξαρτώνται από τις εξαγωγές αλλά από την εσωτερική ζήτηση, την οποία αν τη γκρεμίσεις θα κλείσεις επιχειρήσεις.

Ξαναγυρνάμε δηλαδή στην πολιτική των μνημονίων, χωρίς δεσμευόμαστε από μια τέτοια συμφωνία;

Κάτι χειρότερο, από μια άποψη. Πολλά από τα φονικά μέτρα των μνημονίων ήταν προσωρινά. Προσωρινή ήταν ακόμη και η μείωση του κατώτατου μισθού, γι΄ αυτό μετά τη λήξη του τρίτου μνημονίου στον Αύγουστο του 2018 υπήρξε μια πρώτη αύξηση. Και αν δεν πάγωνε τώρα ο κατώτατος μισθός –όπως διαφαίνεται ότι θα γίνει- θα είχαμε και πάλι κάποιες μικρές αυξήσεις. Προσωρινή στα χρόνια των μνημονίων ήταν και η αναστολή της επεκτασιμότητας των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων, όπως και η αναστολή της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης στη συρροή κλαδικών και επιχειρησιακών συλλογικών συμβάσεων. Αυτά κάποια στιγμή (Αύγουστος 2018) τελείωσαν. Αυτό που γίνεται τώρα, η αποδόμηση του θεσμικού πλαισίου της εργασίας από την κυβέρνηση της ΝΔ, δεν είναι πλέον προσωρινή αλλά πάγια.

«Το νομοσχέδιο δίνει δύναμη στον εργαζόμενο», όπως δήλωσε ο Κ. Μητσοτάκης, προσθέτοντας ότι «Προστατεύει τους εργαζόμενους. Προωθεί την ισορροπία μεταξύ οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής». Περί αυτού πρόκειται;

Πρόκειται για προπέτασμα. Βάζει η κυβέρνηση στη βιτρίνα του νομοσχεδίου της την επικύρωση δύο διεθνών συμβάσεων εργασίας, για την προστασία της υγείας και της ζωής των εργαζομένων και για την αντιμετώπιση της βίας και της σεξουαλικής παρενόχλησης, για γονικές/πατρικές άδειες, και τη μεταφορά της οδηγίας για τη συμφιλίωση εργασίας και ιδιωτικής ζωής στο εσωτερικό δίκαιο, τα εμφανίζει μάλιστα σαν να ήταν δικό της έργο, ενώ είναι δημοσίου διεθνούς δικαίου υποχρεώσεις της χώρας. Βάζοντας όμως στη βιτρίνα αυτά, επιχειρεί να κρύψει τα υπόλοιπα. Και παράλληλα εξαπολύεται μια πρωτοφανής προπαγάνδα με παρουσιάσεις στον Τύπο και γενικά στα ΜΜΕ που μηρυκάζουν το non-paper της κυβέρνησης και βιάζουν τη λογική και την πραγματικότητα. Αυτό που διατρέχει το περιεχόμενο του νομοσχεδίου είναι η βίαιη από-προστασία της εργασίας, συνέχεια όλων των νομοθετικών μέτρων κατά της εργασίας που έλαβε αυτή η κυβέρνηση από την αρχή της θητείας της.

Εμφανίζεται ως εφαρμογή των βέλτιστων ευρωπαϊκών πρακτικών. Είναι έτσι;

Εκτός του ότι υπάρχει παραχάραξη των συγκριτικών στοιχείων στο παρόν νομοσχέδιο, ισχύει αυτό που είχε παρατηρήσει σκωπτικά η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας για τα φονικά μέτρα των μνημονίων· η βέλτιστη πρακτική στο Ηνωμένο Βασίλειο να κινούνται τα αυτοκίνητα στην αριστερή λωρίδα του δρόμου, δεν είναι βέλτιστη πρακτική στην Αθήνα ή τη Νέα Υόρκη.

Ένα ακόμα επιχείρημα της κυβέρνησης είναι ότι οι διατάξεις αυτές αποτελούν εκσυγχρονισμό του εργατικού δικαίου και εναρμόνιση με τη σημερινή πραγματικότητα…

Αυτά αναφέρει το non paper του υπουργείου, που επαναλαμβάνονται στερεοτύπως από όσους επιχαίρουν για το νομοσχέδιο του κ. Χατζηδάκη. Τα επιχειρήματα είναι γνωστά, αλλά είναι πολύ σαθρά και πολύ φθηνά θα έλεγα. Το ότι κάποια νομοθετήματα είναι «παλιά» είναι ένας τίτλος. Αυτό δεν λέει τίποτα για το περιεχόμενο του παλιού και του νέου. Διότι υπάρχουν παλιά πράγματα που είναι πάρα πολύ ακριβά για τη ζωή των εργαζομένων, για τις κοινωνίες αλλά και για την οικονομία που τροφοδοτείται από τον μισθό. Για παράδειγμα, η ελευθερία με ισότητα είναι ένα πολύ παλιό πράγμα, πολύ ακριβό όμως για τη ζωή μας. Το ίδιο η αλληλεγγύη ή ο συνδικαλισμός, οι συλλογικές συμβάσεις. Μόνο άνθρωποι που δεν μετέχουν της ελληνικής παιδείας μπορούν να περιφρονούν έτσι αδιάκριτα το «παλιό», χωρίς να αναλύουν τι εννοούν με παλιό και καινούριο. Ο νόμος 2112/1920 της δεύτερης περιόδου διακυβέρνησης του Ελευθερίου Βενιζέλου, που τώρα αποδομείται με τα μέτρα της κυβέρνησης είναι ένας παλιός νόμος. Ισχύει εδώ και εκατό χρόνια. Αλλά έχει εγκατασταθεί στις συνειδήσεις και διατηρεί αμείωτη την αξία του. Το νομοσχέδιο αυτό, λοιπόν, είναι ένας βαθύς αναχρονισμός. Κι αυτό φαίνεται καθαρά και στη ρύθμιση για τις πλατφόρμες. Σε ό,τι αφορά τα ντελίβερι και τις πλατφόρμες που προσλαμβάνουν ντελιβεράδες, με το νομοσχέδιο δίνεται η χαριστική βολή. Επιτρέπει στους εργοδότες να επιλέγουν είτε σύμβαση εξαρτημένης εργασίας είτε σύμβαση ανεξάρτητων υπηρεσιών ή έργου. Ξέρετε εσείς, όχι πολλούς, έναν εργοδότη που θα επέλεγε τη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας; Δεν υπάρχει τέτοιος εργοδότης. Αντιλαμβάνεστε ότι η πολύ ευαίσθητη κατηγορία εργαζομένων, με άπειρους κινδύνους για τη ζωή και την υγεία τους καθημερινά, βγαίνει από την ομπρέλα προστασίας του εργατικού δικαίου. Αντί να τους δώσει προστασία έναντι της βίας της ατομικής σύμβασης εργασίας, το νομοσχέδιο εισάγει ένα τεκμήριο κατά της εξαρτημένης εργασίας, μια διεστραμμένη αντιστροφή των τεκμηρίων του εργατικού δικαίου υπέρ της εξαρτημένης εργασίας. Ακόμη και στο Ηνωμένο Βασίλειο, αυτή την κοιτίδα του νεοφιλελευθερισμού, το ανώτατο δικαστήριο διαπιστώνει ότι η σύμβαση εργασίας με τέτοιες πλατφόρμες είναι στην πραγματικότητα εξαρτημένη, παρά τις ψευδεπίγραφες συμβάσεις (ανεξάρτητων υπηρεσιών) που επιβάλλονται στους εργαζόμενους. Κόντρα και στη νομοθετική πρωτοβουλία της ισπανικής κυβέρνησης η «μοντέρνα» κυβέρνηση της ΝΔ πετάει έξω από το εργατικό δίκαιο τους όσους παρέχουν υπηρεσίες, εξαρτημένη εργασία, σε ψηφιακές πλατφόρμες.

Για την τηλεργασία, που είναι μια σύγχρονη μορφή εργασίας, θεωρείτε ότι παρέχεται προστασία με το νομοσχέδιο;

Αν με ρωτούσατε αν το νομοσχέδιο έχει θετικές διατάξεις, θα σας απαντούσα πως ναι. Θετική είναι βέβαια η επικύρωση των δύο διεθνών συμβάσεων εργασίας, η οποία όπως σας εξήγησα δεν πιστώνεται στην κυβέρνηση, γιατί αυτή ήταν υποχρεωμένη να το κάνει. Από την άλλη, είναι θετική και η ενεργοποίηση της ψηφιακής κάρτας εργασίας, που είναι νομοθετημένη αλλά δεν εφαρμόστηκε μέχρι τώρα. Αρκεί βέβαια να συντρέξουν και κάποιες προϋποθέσεις. Πρώτον, να υποχρεωθούν οι επιχειρήσεις που θα υπαχθούν σε αυτή τη ρύθμιση, να προμηθεύονται και να ενεργοποιούν τις ψηφιακές κάρτες εργασίας. Δεύτερον, να υπάρχει η εγγύηση ότι θα τηρούνται όλα αυτά στην πράξη και όχι όποτε θέλει ο εργοδότης. Τρίτον, ότι θα υπάρξει ένας αποτελεσματικά στελεχωμένος ελεγκτικός μηχανισμός, ο οποίος θα έχει στη διάθεσή του και τα εργαλεία –δηλαδή αποτελεσματικές κυρώσεις- για να ελέγχει την εφαρμογή της ψηφιακής κάρτας εργασίας. Αντ’ αυτών, η κυβέρνηση αποδυνάμωσε το ΣΕΠΕ και μείωσε δραστικά τα πρόστιμα και συγχρόνως μετατρέπει τώρα το ΣΕΠΕ σε ανεξάρτητη αρχή, μια απόπειρα απαλλαγής της από την πολιτική ευθύνη της λειτουργίας του ΣΕΠΕ. Ένα ακόμα θετικό μέτρο είναι το δικαίωμα αποσύνδεσης, δεν μένει παρά να το δούμε στην πράξη. Σε ό,τι αφορά την τηλεργασία πάντα, παρατηρώ ότι από το νομοσχέδιο έχει εξαφανιστεί το δικαίωμα επιστροφής του εργαζόμενου. Ο εργαζόμενος που συμφωνεί να μετατρέψει την κανονική εργασία σε τηλεργασία, έχει στο ήδη ισχύον δίκαιο δικαίωμα επιστροφής στην κανονική εργασία μέσα σε ένα τρίμηνο. Αυτό το δικαίωμα που τώρα εξαφανίζεται θα έπρεπε, για να είναι αποτελεσματικό, εκτός των άλλων να επεκταθεί τουλάχιστον στο ένα έτος.

Όταν ασκείται κριτική στη ρύθμιση για τις υπερωρίες, από το υπουργείο λένε ότι πρέπει να ρυθμιστεί το άναρχο τοπίο. Το καταφέρνουν;

Κανείς δεν αμφιβάλει ότι υπάρχει μαύρη εργασία, απλήρωτες υπερωρίες. Το θέμα, όμως, πάντοτε είναι τι κάνεις για το άναρχο τοπίο. Νομιμοποιείς την αναρχία; Νομιμοποιείς την παραβατικότητα; Γιατί οι δωρεάν υπερωρίες μέσω διευθέτησης με ατομική σύμβαση και η αύξηση των υπερωριών ισοδυναμεί με νομιμοποίηση της παραβατικότητας. Νομιμοποιείται η παροχή δωρεάν υπερωριακής εργασίας και ταυτόχρονα απεμπολεί το κράτος ένα πολύτιμο εργαλείο διαχείρισης του χρόνου εργασίας ως μέσου για τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Αν ο εργοδότης μπορεί να παίρνει φθηνές ή δωρεάν υπερωρίες, ασφαλώς δεν θα κάνει προσλήψεις. Η αντιμετώπιση του άναρχου πεδίου από την κυβέρνηση φανερώνει μια λογική, που αν εφαρμοζόταν για την αντιμετώπιση της ολοένα αυξανόμενης εγκληματικότητας, θα οδηγούσε σε νομιμοποίηση εγκληματικών συμπεριφορών.

Την ίδια στιγμή καταργείται η Επιθεώρηση Εργασίας. Φυσικά, από το υπουργείο διατείνονται πως πρόκειται για αναβάθμιση η μετατροπή της σε ανεξάρτητη αρχή. Τι τελικά ισχύει;

Οι οργουελικές αντιστροφές που κάνει αυτή η κυβέρνηση είναι πλέον κοινός τόπος, μια στοιχειωδώς κριτική συνείδηση δεν μπορεί παρά να το αντιλαμβάνεται. Για το ΣΕΠΕ μπορεί να πει κανείς πολλά. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι βάσει διεθνών συμβάσεων εργασίας η Επιθεώρηση Εργασίας είναι κρατική ευθύνη και αρμοδιότητα. Η κυβέρνηση αφότου ανέλαβε τη διακυβέρνηση αποδομεί το ΣΕΠΕ. Το μετέτρεψε αρχικά σε διεύθυνση και τώρα σε ανεξάρτητη αρχή, που είναι, όπως ανέφερα ήδη, ένας –όχι τόσο έξυπνος- τρόπος μετακύλισης της πολιτικής ευθύνης για τις αδυναμίες του ΣΕΠΕ, όπως το κατάντησε η κυβέρνηση. Όταν θα κάνουμε την κριτική για την αδυναμία του ΣΕΠΕ να αντιμετωπίσει την παραβατικότητα και τη βία στις εργασιακές σχέσεις, θα μας λέει η κυβέρνηση –που μείωσε τα πρόστιμα και, γενικά, τις κυρώσεις και αποποιήθηκε τις ευθύνες της- ότι το ΣΕΠΕ είναι μια ανεξάρτητη αρχή.

Πέραν του ότι καταργείται κάθε μηχανισμός ελέγχου, πλήττονται οι αποζημιώσεις απόλυσης. Με τι αποτέλεσμα;

Όποιος απολύεται τώρα θα μπορεί να πάρει μια αποζημίωση, που θα κινείται στα κατώτατα όρια, γιατί οι επιχειρήσεις θα επικαλούνται οικονομικά προβλήματα είτε πραγματικά, είτε ως προϊόν δημιουργικής λογιστικής. Καταργείται ένα ουσιώδες στοιχείο προστασίας των εργαζομένων από παράνομες απολύσεις, το δικαίωμα επαναπρόσληψης, το οποίο αντικαθίσταται με μια πρόσθετη αποζημίωση.

Οι ρυθμίσεις για την μερική απασχόληση, θα ενισχύσουν την υποδηλωμένη ή μαύρη εργασία;

Οι ρυθμίσεις αυτές διαλύουν κυριολεκτικά τη διαχείριση του χρόνου από τον μερικώς εργαζόμενο, καθώς θα υποχρεούται να παρέχει πρόσθετη εργασία όχι σε συνέχεια του μειωμένου ωραρίου του αλλά και μετά από διακοπή. Όλο αυτό μας παραπέμπει πάλι σε έναν επαρκώς στελεχωμένο ελεγκτικό μηχανισμό και σε αποτελεσματικές κυρώσεις. Τίποτα από τα δύο δεν υπάρχει.

Πιστεύετε ότι η κυβέρνηση είδε την πανδημία ως ευκαιρία για να περάσει αυτή την αντιμεταρρύθμιση;

Αυτό το σχέδιο αξιοποιεί ένα είδος «δόγμα του σοκ». Κατατέθηκε μέσα στη συνθήκη του φόβου και της ανασφάλειας λόγω της υγειονομικής και της οικονομικής κρίσης, η οποία θα γιγαντωθεί στο μέλλον. Ας μην γελιόμαστε όμως, το σχέδιο της ΝΔ για την εργασία είναι συνεκτικό και εκτεταμένο. Ο Ν. 4635/2019 θεσπίστηκε πριν ξεσπάσει η πανδημία. Αυτό μαρτυρεί ότι υπήρξε εξαρχής ένας σχεδιασμός να πλήξουν το συλλογικό και να αναδείξουν το ατομικό, όπου κυριαρχεί η βία του εργοδότη. Επομένως, ας μην ταυτίζουμε όλες αυτές τις νομοθετικές πρωτοβουλίες με τη συνθήκη της πανδημίας. Αντιλαμβάνεστε ότι έχουμε να κάνουμε με μέτρα τα οποία προφανώς δεν θα αντέξει η κοινωνία, και εννοώ πρωτίστως τους εργαζόμενους αλλά και τις ίδιες τις επιχειρήσεις. Αν γκρεμίσεις τους μισθούς που βρίσκονται ήδη σε βύθιση από τα χρόνια του μνημονίου, με μικρές ανάσες μετά τη λήξη του τρίτου μνημονίου, θα το πληρώσουν και οι επιχειρήσεις. Αυτό ίσως εξηγεί και τη διστακτικότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, σε ό,τι αφορά το νομοσχέδιο.

Τα συνδικαλιστικά δικαιώματα περιορίζονται δραστικά, πλήττοντας κάθε μηχανισμό άμυνας των εργαζομένων, ενώ την ίδια στιγμή επιβάλλονται όροι βαρβαρότητας στους χώρους εργασίας. Οι ρυθμίσεις πιστεύετε πως φτάνουν στην ποινικοποίηση του συνδικαλισμού;

Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις τόσο των εργαζομένων, όσο και των εργοδοτών –με το νέο νόμο- υποχρεούνται να εγγραφούν σε ένα ψηφιακό μητρώο. Αν δεν το κάνουν κυριολεκτικά αποκεφαλίζονται. Δεν θα έχουν την ικανότητα να συνάπτουν συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ούτε να διαπραγματεύονται. Δεν θα έχουν δικαίωμα προσφυγής στη διαιτησία του ΟΜΕΔ –ή σε ό,τι απέμεινε από αυτή. Δεν θα έχουν προστασία της συνδικαλιστικής δράσης. Πρόκειται προφανώς για μια δρακόντεια κύρωση, ενώ θα αρκούσε η επιβολή ενός προστίμου, για να αναγκαστούν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις να εγγραφούν. Η εγγραφή στο Μητρώο δεν είναι απλή ούτε αδάπανη. Η πλειονότητα των συνδικαλιστικών οργανώσεων δεν έχει καν τα οικονομικά μέσα για την πρόσληψη ενός δικηγόρου, ο οποίος θα τη διευκολύνει να κάνει τις εγγραφές. Από την άλλη, με την εγγραφή στο Μητρώο τίθενται και θέματα προστασίας ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων.

Σε ό,τι αφορά ειδικά την απεργία είναι περιττό να πω ότι είναι στο στόχαστρο όχι μόνο του νομοθέτη αλλά και των δικαστηρίων. Βασικός παράγοντας απορρύθμισης του δικαιώματος της απεργίας είναι η νομολογία των δικαστηρίων, με αποτέλεσμα το δικαίωμα στην απεργία να είναι περίπου ημιθανές για νομικούς λόγους. Βέβαια το δικαίωμα απεργίας είναι ημιθανές και για πραγματικούς λόγους, γιατί στη σημερινή συνθήκη οι άνθρωποι ασκούν συνηθέστερα ένα άλλο θεμελιώδες δικαίωμα, το δικαίωμά τους στον φόβο. Η κυβέρνηση επιφέρει τώρα ένα ακόμη πλήγμα με τη ρύθμιση που επιβάλλει να ψηφίζουν την απεργία το 50%+1 των μελών του σωματείου. Αυτό δεν συμβαίνει πουθενά, σε καμιά συλλογικότητα, ούτε στο εκλογικό σώμα όπου το κύρος των εκλογών δεν εξαρτάται από τη συμμετοχή. Ο κανόνας στη λειτουργία των συλλογικοτήτων είναι ότι μπορούν να λειτουργούν με όσα μέλη θέλουν και μπορούν να συμμετέχουν, με την τήρηση βέβαια της ελάχιστης απαιτούμενης απαρτίας και πλειοψηφίας.

Θα είναι εξαιρετικά δύσκολη πια η προκήρυξη μιας απεργίας, με το ασφυκτικό πλαίσιο που επιβάλλουν.

Με τα κριτήρια που θέλει να εφαρμόσει η κυβέρνηση θα είναι αδύνατο να προκύπτει οποιαδήποτε συλλογική απόφαση. Άλλωστε, η νομιμοποίηση της απεργίας κρίνεται από το πόσοι θα συμμετάσχουν στην απεργία, όχι πόσοι θα την υπερψηφίσουν. Εκεί κρίνεται η εμβέλεια, η αξιοπιστία και η ορθότητα της απόφασης του σωματείου. Κρίνεται, βεβαίως, και από τα μέσα που έχει στα χέρια του ο εργοδότης να πολεμήσει τη συμμετοχή στην απεργία με τον φόβο που μπορεί να διασπείρει. Τώρα θα έχουμε απολύσεις λόγω συμμετοχής σε απεργία και στην περιφρούρησή της, από τις οποίες απολύσεις δεν θα προστατεύονται ούτε οι συνδικαλιστές. Τέλος, απαράδεκτη είναι και η διάταξη για το προσωπικό ασφαλείας. Δεν νοείται απεργία όταν το προσωπικό παροχής υπηρεσιών κατά τη διάρκεια μιας απεργίας θα ανέρχεται στο 1/3 των εργαζομένων. Η απεργία, θυμίζω, κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα ως δικαίωμα πρόκλησης ζημίας, καθώς διακόπτει την παραγωγική λειτουργία της επιχείρησης.

Όσα συζητάμε τόση ώρα δεν φτάνουν να συζητηθούν σε επίπεδο δημόσιου διαλόγου. Το μόνο που ακούγεται είναι η φωνή του υπουργείου Εργασίας…

Μόνο λίγες εφημερίδες και ελάχιστα μέσα, σ΄ αυτά και το περιοδικό της Βουλής, τήρησαν τους κανόνες δεοντολογίας. Αν δείτε τα συστημικά Μέσα θα διαπιστώσετε ότι ο αντίλογος δεν μπορεί ούτε να δηλώσει την παρουσία του.

Ο Άρης Καζάκος είναι ομότιμος καθηγητής Εργατικού Δικαίου της Νομικής στο ΑΠΘ.

Ιωάννα Δρόσου, Παύλος Κλαυδιανός

Written by antiracistes

31 Μαΐου, 2021 at 10:23 πμ

Αναρτήθηκε στις Uncategorized